Η αιτία της εκκλησιαστικής κρίσης στην Ουκρανία και την Ορθόδοξη Εκκλησία

Του Μητροπολίτη Ναυπάκτου και Αγίου Βλασίου Ιεροθέου

Από πολλά χρόνια παρακολουθώ προσεκτικά την εκκλησιαστική κρίση πού υπάρχει στην Ουκρανία πού επεκτάθηκε σε όλη την Ορθόδοξη Εκκλησία με απρόβλεπτες συνέπειες, όπως φαίνονται με την πάροδο τού χρόνου καί έγραψα διάφορα κείμενα, τα οποία συμπεριλήφθηκαν στο βιβλίο μου με τίτλο «Το συνοδικό καί ιεραρχικό πολίτευμα της Εκκλησίας, με αναφορά στο ουκρανικό ζήτημα», το οποίο εξεδόθη το 2019.

Βασικά θέματα τού βιβλίου αυτού ήταν τα εκκλησιολογικά ζητήματα, όπως τι είναι το συνοδικό καί ιεραρχικό πολίτευμα της Ορθοδόξου Εκκλησίας, τι είναι το Πρωτείο τού Οικουμενικού Πατριάρχου, τι είναι ο θεσμός της Αυτοκεφαλίας στην Ορθόδοξη Εκκλη­σία, τι είναι η Αποστολική Παράδοση καί Αποστολική Διαδοχή στο μυστήρο της Εκκλη­σίας, πως λειτουργεί ο θεσμός της Πενταρχίας, καί θέματα πού σχετίζονται με την θεωρία της Τρίτης Ρώμης. Στο τέλος ετέθη καί μιά πρόταση γιά την αντιμετώπιση τού ουκρανικού ζητήματος.

Από τότε μέχρι σήμερα η Ρωσία, τόσο εκκλησιαστικά όσο καί πολιτικά, αποδίδει, με διάφορες δηλώσεις των εκπροσώπων της, ευθύνες στον Οικουμενικό Πατριάρχη γιά την χορήγηση Αυτο­κεφαλίας σε δύο σχισματικές Ομάδες, με την παρέμβαση καί την πίεση της Αμερικανικής Πολιτικής. Με αφορμή αυτήν την εκτίμηση προβαίνει σε διάφορες ενέργειες πού υπονομεύουν την ενότητα της Εκκλησίας.

Προσπάθησα να ερευνήσω το θέμα αυτό καί να δω την ιστορία του, στο γιατί έφθασε ο Οικουμενικός Πατριάρχης να δώση την αυτο­κεφαλία στην Ουκρανία καί ποιά είναι η ευθύνη των Αμερικανών ή των Ρώσων στην υπόθεση αυτή.

Επειδή ήθελα να δω την όλη ιστορία τού θέματος, δεν θέλησα να ασχοληθώ απλώς με διάφορες δηλώσεις, ούτε να γράψω «εκθέσεις» με βερμπαλισμούς καί «έξυπνες» ιδέες καί συμψηφισμούς ευθυνών, αλλά να μελετήσω τα Πρακτικά των Προσυνοδικών Διασκέψεων καί των Προπαρασκευα­στικών Επιτροπών μέχρι το 2019 πού χορηγήθηκε η Αυτοκεφαλία στην Ουκρανία από το Οικουμενικό Πατριαρχείο. Η μελέτη αυτή των Πρακτικών των Διορθοδόξων Συζητήσεων υπό την Προεδρία τού Οικουμενικού Πατριαρ­χείου καί την παρουσία Εκπροσώπων όλων των Ορθοδόξων Εκκλησιών, μεταξύ των οποίων καί της Ρωσίας επεκτάθηκε σε πάνω από 1.500 σελίδες.

Από την ανάγνωση των Πρακτικών των Διορθοδόξων Συναντή­σεων στις οποίες συζήτησαν καί το θέμα της χορηγήσεως της Αυτοκεφαλίας σε μιά Εκκλησία πού το ζητά, εξάγονται μερικά συμπεράσματα.

Κατ’ αρχάς ότι στην Διορθόδοξη Προπαρασκευαστική Επιτροπή πού έγινε από 7η ως 13η Νοεμβρίου 1993, ύστερα από απόφαση των δύο Προσυνοδικών Πανορθοδόξων Διασκέψεων (Α΄ το 1976 καί της Γ΄ το 1986) συζητήθηκε το θέμα καί αποφασίσθηκε να χορηγήται η Αυτοκεφαλία από το Οικουμενικό Πα­τριαρ­χείο, ύστερα από πρόταση της Μητέρας Εκκλησίας από την οποία θα αποσπασθή η συγκεκριμένη Εκκλησία, καί από Πανορθόδοξη συναί­νεση, αλλά παραπέμφθηκε το θέμα στην επομένη Διορθόδοξη Προπαρα­σκευαστική Επιτροπή προκειμένου να αποφασίση γιά τον τρόπο υπογραφής τού Τόμου Αυτοκεφαλίας, καί γιά το περιεχόμενό του. Επρόκειτο γιά μιά υποχώρηση τού Οικουμενικού Πατριαρχείου να δίδεται το Αυτοκέφαλο σε μιά Εκκλησία με συνοδικό τρόπο, ενώ μέχρι τότε εδίδετο μόνον από Αυτό, δηλαδή το Οικουμενικό Πατριαρχείο.

Στην συνέχεια στις επόμενες Διορθόδοξες Προπαρασκευα­στι­κες Επιτροπές μέχρι την Σύναξη των Προκαθημένων, πού έγινε στο Σαμπεζύ της Γενεύης τον Ιανουάριο τού 2016, υπήρξε διαφωνία από την Εκκλησία της Ρωσίας καί δεν συμφωνήθηκε ομοφώνως ο τρόπος υπογραφής της χορηγήσεως της Αυτοκε­φαλίας.

Συγκεκριμένα, το Οικουμενικό Πατριαρχείο δέχθηκε την πρόταση της Εκκλησίας της Τσεχίας καί Σλοβακίας να υπογράφεται ο τόμος της Αυτοκεφαλίας από τον Οικουμε­νικό Πατριάρχη με το «αποφαίνεται» καί τούς άλλους Προκαθημένους με το «συναποφαίνεται», ο καθένας, όπως είχε γίνει καί στον Τόμο της Αυτοκεφαλίας της Εκκλησίας της Ελλάδος. Όμως η Εκκλησία της Ρωσίας δεν το αποδέχθηκε, προτείνοντας να υπογράφουν όλες οι Εκκλησίες, χωρίς καμία ένδειξη, δηλαδή να μην γράφεται το «αποφαίνεται» καί «συναποφαίνεται».

Αυτό το έκανε επειδή δεν αναγνώριζε εν τοίς πράγμασιν, την διακεκριμένη θέση τού Οικουμενικού Πατριάρχου στο συνοδικό πολί­τευμα της Εκκλησίας, όπως φάνηκε στις συζητήσεις πού έγιναν. Φυσικά, δεν συζητήθηκε καί το περιεχό­μενο τού Τόμου της Αυτοκεφαλίας, πού θα περιείχε τούς όρους καί τις προϋπο­θέσεις με τούς οποίους θα εχορηγείτο το Αυτοκέφαλο. Οπότε, η απόφαση τού Νοεμβρίου 1993 παρέμεινε ως ένα «κείμενο εργασίας».

Ακόμη, η ανάγνωση των Πρακτικών δείχνει καθαρά το πρόβλημα τού Εθνο­φυλετισμού πού ταλαιπωρεί, ως μη όφελε, την Εκκλησία, αλλά καί την ηγεμονική τάση της Εκκλησίας της Ρωσίας. Μέσα σε αυτές τις δυσκολίες το Οικουμενικό Πατριαρχείο προσπαθεί με πολύ κόπο να εξασκήση την διακονική Προεδρία, πού προσδιορίσθηκε από τούς Πατέρες των Οικουμενικών Συνόδων καί την μετέπειτα διαχρονική παράδοση της Εκκλησίας.

Έτσι, από το έτος 1993 (29 χρόνια μέχρι σήμερα) η Εκκλησία της Ρωσίας δημιουργούσε διάφορα προβλήματα, όπως φαίνεται καθαρά στα Πρακτικά των Συνεδριάσεων των Ορθοδόξων Εκκλησιών, ένα μέρος των οποίων θα παρατεθή στο κείμενο πού συνέταξα καί δημοσιεύεται πιό κάτω.

Επομένως, η ευθύνη της μη επιλύσεως της χορηγήσεως της Αυτοκεφαλίας σε μιά Εκκλησία με συνο­δικό τρόπο αποδίδεται στην τακτική της Ρωσικής πλευράς, καί όχι σε όψιμες έξωθεν πολιτικές επεμβάσεις. Άλλωστε, αυτό το ομολόγησε εν μέρει καί ο υπεύθυνος στούς διαλόγους αυτούς από την Εκκλησία της Ρωσίας, όπως θα φανή πιό κάτω.

Η σύνταξη τού κειμένου πού ακολουθεί έγινε στην προοπτική να αναζητήσω μέσα από την ανάγνωση των Πρακτικών των Ορθοδόξων Διασκέψεων τον λόγο γιά το ποιός ευθύνεται πού ναυάγησε η ληφθείσα απόφαση να χορη­γήται το Αυτοκέφαλο σε μιά Εκκλησία με συνοδικό τρόπο, ποιά είναι η αιτία της εκκλησιαστικής κρίσης πού έχει συνέπειες μέχρι τις ημέρες μας, με την αμυδρά ελπίδα να γίνη η αναγνώριση των λαθών γιά να επέλθη η ενότητα μεταξύ των Ορθοδόξων Εκκλησιών, ώστε να αποφευχθούν οι σχισματικές τάσεις. Αν δεν γίνη η αναγνώριση των λαθών δεν θα επέλθη η πολυπόθητη ενότητα.

Στην συνέχεια παρατίθεται ο καρπός της έρευνάς μου αυτής με τίτλο: «Οι εκκλησιαστικές ευθύνες γιά την Ουκρανία, εκ των Πρακτικών», τα οποία Πρακτικά, όπως προαναφέρθηκε, επεκτείνονται περίπου σε 1.500 σελίδες.

Η έρευνα σε μορφή pdf