Η Αγια-Σοφιά δεν κινδυνεύει από σεισμό, αλλά από την κακή χρήση

Από τον ΣΩΤΗΡΗ ΛΕΤΣΙΟ*

«Εάν κινδυνεύει από κάτι η Αγια-Σοφιά δεν είναι από έναν σεισμό, αλλά από τη μονομερή και κακή χρήση». Αυτό επισημαίνει, μιλώντας στην «Ορθόδοξη Αλήθεια», η Τώνια Μοροπούλου, ομότιμη καθηγήτρια του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου και επικεφαλής της ελληνικής ομάδας, η οποία εργάστηκε για τη συντήρηση και προστασία της Αγια-Σοφιάς.

Η κ. Μοροπούλου μίλησε στην «Ο.Α» με αφορμή την πρόσφατη απόφαση των τουρκικών Αρχών να κλείσει το εν λόγω μνημείο, προκειμένου να εκτελεστούν εκεί εργασίες συντήρησης: «Από την εποχή που έπαψε να λειτουργεί ως μουσείο -και να μην ισχύουν οι διεθνείς κανόνες που έχει καθιερώσει η UNESCO για την προστασία της παγκόσμιας πολιτισμικής κληρονομιάς- έχουμε παρατηρήσει φαινόμενα βεβήλωσης, αλλά και βανδαλισμών. Τα δημοσιεύματα του ελληνικού και του διεθνούς Tύπου έχουν φέρει στο φως τις ζημιές που έχουν γίνει στις πόρτες, στους τοίχους, στα επιχρίσματα κ.α. Oλα αυτά δείχνουν ότι η μονομερής χρήση είναι ασύμβατη με την τήρηση των διεθνών κανόνων για τον σεβασμό της πολιτισμικής κληρονομιάς».

«Μεγάλο μέρος της διεθνούς κοινότητας έχει ζητήσει την αποκατάσταση του πλαισίου της λειτουργίας του μουσείου της Αγια-Σοφιάς» τονίζει η κυρία Μοροπούλου, και συμπληρώνει: «Προσυπέγραψαν το αίτημα αυτό εκπρόσωποι πολιτιστικών οργανισμών, μουσείων, υπουργοί Πολιτισμού πολλών χωρών κ.ά., ενώ και η ίδια η UNESCO ζήτησε την εφαρμογή των δικών της κανόνων στην Αγια-Σοφιά. Τίποτε, όμως, δεν έχει προχωρήσει. Για αυτό και υπογραμμίζω ότι είναι αναγκαίο στο πλαίσιο της αναθέρμανσης των συζητήσεων με την Τουρκία να ξανατεθεί το θέμα επαναφοράς της ελληνοτουρκικής μορφωτικής και πολιτιστικής συνεργασίας και η Αγια-Σοφιά να ξαναλειτουργήσει ως μουσείο. Η συνεργασία μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας σε αυτό το θέμα έως και το 2010 ήταν ικανοποιητική, ενώ στη συνέχεια αυτή απομειώθηκε και σταμάτησε το 2020 με αφορμή την ανακήρυξη της Αγια-Σοφιάς ως τεμένους από τον Τούρκο πρόεδρο».

«Η Αγια-Σοφιά είναι θωρακισμένη και σε θέση να αντιμετωπίσει σεισμούς πάνω από 7 Ρίχτερ» υπογραμμίζει κατηγορηματικά, ενώ προσθέτει και τις εξής πληροφορίες: «Πρόκειται για ένα μνημείο που πρέπει να ελέγχεται και να παρακολουθείται, δεδομένου ότι επιβαρύνεται εξαιτίας του μεγάλου αριθμού επισκεπτών. Εως τώρα από τουρκικής πλευράς δεν γίνονταν έλεγχοι και παρακολούθηση, ωστόσο έκαναν τακτές συντηρήσεις. Το ότι αποφάσισε το υπουργείο Πολιτισμού της Τουρκίας να ανανεώσει την επένδυση από μολύβι του τρούλου και παράλληλα να κάνει κάποιες τοπικές επεμβάσεις συντήρησης, είναι μια απαραίτητη ενέργεια, η οποία σωστά έχει γίνει».

Η κυρία Μοροπούλου ανατρέχει στις προηγούμενες δεκαετίες επιχειρώντας έναν απολογισμό των πρωτοβουλιών που έχουν ληφθεί και των ενεργειών που έχουν γίνει σχετικά με την προστασία της Αγια-Σοφιάς. «Το 1993, με αφορμή τη διεξαγωγή ενός διεθνούς συνεδρίου για την αντισεισμική προστασία, ανέλαβα πρωτοβουλία προκειμένου να συμβάλει η Ελλάδα στη συντήρηση και προστασία της Αγια-Σοφιάς» αναφέρει, παρουσιάζοντας όσα είχαν σημειωθεί εκείνη την περίοδο: «Τότε είχα δηλώσει ότι οι γνώσεις που είχαμε εμείς οι Ελληνες για τα δομικά υλικά επί της εποχής του Βυζαντίου είναι απαραίτητη, έτσι ώστε να μπορεί να φτιαχτεί ένα μοντέλο πεπερασμένων στοιχείων για την αντισεισμική προστασία του μνημείου. Από την πλευρά του ο Τούρκος καθηγητής στο Πανεπιστήμιο του Πρίνστον Αχμέτ Τσακμάκ, εγγονός ενός στρατηγού του Κεμάλ Ατατούρκ, είχε δηλώσει ότι εάν η τουρκική κυβέρνηση δεν θα ήταν δυνατόν να φέρει σε εμένα δείγματα της Αγια-Σοφιάς, θα μου τα έφερνε αυτός από το μουσείο του Ινστιτούτου Σμιθσόνιαν στην Ουάσινγκτον. Και όντως έτσι έγινε, αφού ήρθε στο Μετσόβιο Πολυτεχνείο, τον Οκτώβριο του 1993, και μου τα παρέδωσε κατά τη διάρκεια ειδικής τελετής. Ετσι, λοιπόν, όταν πήγα το 1994 στην Κωνσταντινούπολη και παρουσίασα τα αποτελέσματα των υλικών της Αγια-Σοφιάς υπογράψαμε σύμφωνο συνεργασίας ανάμεσα στο ΕΜΠ, στο Πανεπιστήμιο του Πρίνστον, στο Πανεπιστήμιο του Βοσπόρου και στο Αντισεισμικό Ινστιτούτο της Κωνσταντινούπολης».

*Αναδημοσίευση από την “Ορθόδοξη Αλήθεια”