Επικήδειος Λόγος στον Καθηγούμενο της Μονής Σταυροβουνίου Αρχιμανδρίτη Αθανάσιο

Ο Επικήδειος Λόγος του Μητροπολίτη Κιτίου, κ. Νεκταρίου, στον Καθηγούμενο της Ιεράς Μονής Σταυροβουνίου Αρχιμανδρίτη Αθανάσιο:

Η σημερινή επίσκεψή μας στην Ιερά Μονή Σταυροβουνίου δεν είναι όπως τις προηγούμενες. Σήμερα, δεν ήρθαμε με την ευκαιρία εορτής ή πανήγυρης. Χρέος ιερό, αλλά, και συνάμα θλιβερό οδήγησε τα βήματά μας σ’ αυτό τον αγιασμένο τόπο. Ήρθαμε, για να προπέμψουμε στην αιωνιότητα τον, για σχεδόν σαράντα χρόνια, ευλαβέστατο και σεβάσμιο Ηγούμενο της Μονής αυτής, Γέροντα Αθανάσιο. Και ενώ η ψυχή του αοιδίμου γέροντος περιχορεύει εν ουρανίοις θαλάμοις, εμείς, άλλοι αισθητώς και άλλοι νοερώς, στεκόμαστε αυτή την ώρα κύκλω του τιμίου αυτού λειψάνου, για να ασπαστούμε για τελευταία φορά την τιμία δεξιά του, η οποία μας ευλόγησε όλους πολλές φορές. «Και ετελεύτησε Μωυσής ο οικέτης Κυρίου και έκλαυσαν αυτόν οι υιοί Ισραήλ» ( Δευτερονομ. ΛΔ΄, 78).

Πενθεί σήμερα η αδελφότητα της Μονής για τον αποχωρισμό από τον πνευματικό της πατέρα, μακαριστό Ηγούμενο Αθανάσιο. Πενθεί η Ιερά Μητρόπολή μας για την απώλεια ενός τέτοιου μεγάλου πνευματικού αναστήματος. Πενθεί η Κύπρος ολόκληρη, κληρικοί, μοναχοί, μοναχές και απλοί άνθρωποι του λαού, όλοι όσοι τον γνώρισαν και εναπέθεσαν τις αμαρτίες τους στο πετραχήλι του λαμβάνοντας άφεση αμαρτιών και ψυχική ανάπαυση ή με οποιονδήποτε άλλο τρόπο ελεήθηκαν από τον φιλόθεο και φιλάνθρωπο γέροντα.

Γνωρίζαμε καλά ότι και ο αείμνηστος πατήρ, ως άνθρωπος, κάποτε θα εγκατέλειπε τον πρόσκαιρο αυτό κόσμο, αφού, σύμφωνα με το αποστολικό «απόκειται τοις ανθρώποις άπαξ αποθανείν» (Εβρ. 9, 27). Ανθρωπίνως θλιβόμαστε για τον αποχωρισμό και τη στέρηση της φυσικής του παρουσίας. Παρηγορούμαστε, όμως, από την προτροπή του Αποστόλου Παύλου προς τους Θεσσαλονικείς, «Αδελφοί, ου θέλω υμάς αγνοείν περί των κεκοιμημένων, ίνα μη λυπήσθε καθώς και οι λοιποί οι μη έχοντες ελπίδα. Ει γαρ πιστεύομεν ότι Ιησούς απέθανε και ανέστη, ούτω και ο Θεός τους κοιμηθέντας διά του Ιησού άξει συν αυτώ» (Θεσσαλ. 4, 13-14). και ο αοίδιμος γέροντας εν Χριστώ Ιησού έζησε και εν Χριστώ Ιησού εκοιμήθη. Ευρισκόμενος, πλέον, ο γέροντας πλησίον του Θεού θα δέεται με μεγαλύτερη παρρησία υπέρ των απορφανισθέντων αυτού τέκνων.

Δύσκολο να γραφτεί επικήδειος για τον μακαριστό Ηγούμενο Αθανάσιο. Αισθανόμαστε ότι απορεί η γλώσσα να μιλήσουμε για τον γέροντα. Όσα και να πούμε, δεν μπορούμε να περιγράψουμε το μέγεθος της πνευματικότητας και το ύψος της ταπεινοφροσύνης του. Εξωτερικά η ζωή του γέροντα ήταν απλή, χωρίς ίχνος εκκοσμίκευσης ή διάθεση προβολής. Ο γέροντας συνεχίζοντας την παράδοση των Σταυροβουνιωτών γερόντων του, έκρυβε επιμελώς την αρετή του εφαρμόζοντας το γραφικό λόγιο «Κύριον δε τον Θεόν αγιάσατε εν ταίς καρδίαις υμών» (Α΄ Πετρ. γ΄, 4). Όσο και να ήθελε να κρύψει την αρετή του, ήταν δύσκολο, αφού σύμφωνα με τον αψευδή λόγο του Κυρίου μας «Ου δύναται πόλις κρυβήναι επάνω όρους κειμένη» (Ματθ. ε΄, 14).

Ο μακαριστός Ηγούμενος Αθανάσιος γεννήθηκε στο χωριό Άσσια στη Μεσαορία. Ήταν ομοχώριος του Αγίου Σπυρίδωνος του Θαυματουργού, τον οποίο υπερβαλλόντως ευλαβείτο και τιμούσε. Οι γονείς του, γεωργοί, άνθρωποι απλοί και φιλόθεοι. Ετελειώθησαν και οι δύο διά του μοναχικού σχήματος. Προτού ακόμα ενηλικιωθεί ο έφηβος Ανδρέας (αυτό ήταν το όνομα που έλαβε στη βάπτισή του), άναψε μέσα στην αγαθή ψυχή του ο πόθος του μοναχισμού. Ο Θεός οδήγησε τα βήματά του στο ευλογημένο Κοινόβιο του Σταυροβουνίου. Ήρθε στο μοναστήρι με εφόδιο την απλότητα και τη λαική πίστη του, που κληρονόμησε από τους γονείς του και την εκκλησιαστική παράδοση του χωριού του.

Σαν δέντρο ρίζωσε ο γέροντας Αθανάσιος στο μοναστήρι της μετανοίας του κάτω από τη σκιά του «ευσκιόφυλλου δένδρου» του «μακαρίου Ξύλου» του Τιμίου και Ζωοποιού Σταυρού. Από τα ενενήντα πέντε χρόνια που έζησε επί της γης ο γέροντας τα ογδόντα τα πέρασε στο μοναστήρι. Έγινε μέλος μιάς αδελφότητας με αγωνιστές, ασκητές πατέρες, κληρονόμος και συνεχιστής του αρχαίου ασκητικού μοναχισμού, δωρικού, με απλότητα, όπως τον συναντούμε στο γεροντικό. Είναι μέσα σ’ αυτό το περιβάλλον στο οποίο ο γέροντας έζησε και αγωνίστηκε, που εξυφάνθη η θεούφαντος χλαίνα των ιερών αρετών του. Πράος, σεμνός και ξένος από κάθε μορφή άκαιρου ζηλωτισμού εκτιμήθηκε από τους παλαιότερους πατέρες της Μονής, οι οποίοι τον προέκριναν ως κατάλληλο για το ύψιστο χάρισμα της ιεροσύνης. Μέχρι το τέλος του βίου του διατήρησε αμείωτη την αγάπη και τον σεβασμό για τους μακαριστούς γέροντές του, των οποίων τους πνευματικούς λόγους πάντοτε διατηρούσε εν τη καρδία αυτού.

Μετά, δε, την κοίμηση του μακαριστού γέροντος Γερμανού, το 1982, και την εκλογή του ιερομονάχου Αθανασίου στη θέση του Ηγουμένου, ο λύχνος «ετέθη επί την λυχνίαν». Ένας ακόμα κρίκος προστέθηκε στην πολύτιμη αλυσίδα των προκατόχων του. Ο γέροντας Αθανάσιος από την κορυφή του Σταυροβουνίου έχει αποτελέσει πνευματικό φάρο, που φώτιζε την Κύπρο ολόκληρη. Ο Θεός τον ευλόγησε επί της ηγουμενίας του να δεί το μοναστήρι του να επανδρώνεται με νέους πατέρες.

Ως επόμενος των προγενέστερων μεγάλων πνευματικών αναστημάτων της Μονής και με γνώμονα τη γνήσια και ανεπιτήδευτη αγάπη και ταπείνωσή του, νουθετούσε και καθοδηγούσε όχι μόνο τους μοναχούς του, αλλά και τα πολυάριθμα πνευματικά τέκνα του, που έφταναν απ’ όλες τις περιοχές της Κύπρου. Πόσοι και πόσοι δεν βρήκαν παρηγορία και ανάπαυση κοντά σ’ αυτόν τον άνθρωπο του Θεού; Πόσοι άνθρωποι δεν έφυγαν ξαλαφρωμένοι και ανανεωμένοι μέσα από το εξομολογητήριό του; Εύσπλαχνος, επιεικής και ανθρώπινος. Κατά τη διάρκεια της εξομολόγησης άκουγε περισσότερο και μιλούσε λιγότερο, αλλά ο λόγος του ήταν καρπός προσευχής.

Ο γέροντας μιλούσε, όπως μιλούν οι τέλειοι. Και να μην έλεγε τίποτα, σε αρκούσε μόνο να τον βλέπεις. «Αρκεί μοι το βλέπειν σε πάτερ» είχε πεί κάποτε ένας μοναχός στον μέγα Αντώνιο. Στον μακαριστό γέροντα έβρισκε εφαρμογή ο λόγος του αγίου Θεοδώρου του Στουδίτου «Τις σε ιδών ουκ ηγάπηκε; Τις δε συντυχών ου γεγλύκαται;».

Το «άκρον αντικείμενον του νοός του», «το μελέτημα της καρδίας του» και το «εντρύφημα της γλώσσης του» ήταν ο Χριστός, η Παναγία και οι Άγιοι. Απότοκο αυτού ήταν η μεγάλη του αγάπη για τους βίους των αγίων και τις ιερές ακολουθίες. Αγαπούσε πολύ τους βίους των αγίων. Μέχρι το τέλος του βίου του, παρόλο που ο ίδιος είχε φτάσει «εις άνδρα τέλειον εις μέτρον της ηλικίας του πληρώματος του Χριστού» (Εφ. 4, 13), δεν σταμάτησε να εντρυφά στους βίους των αγίων. Τις ιερές ακολουθίες του νυχθημέρου ανελλιπώς παρακολουθούσε στο καθολικό της μονής.

Ως επί το πλείστον παρέμενε όρθιος επί του στασιδίου του καθ’ όλη τη διάρκεια της ακολουθίας. Ακόμα και στις πιο δύσκολες στιγμές της υγείας του επέμενε «ως ζηλωτής μανικώτατος» να παρακολουθεί και να συμμετέχει στις ακολουθίες και στη Θεία Λειτουργία γενόμενος τύπος υπομονής, φιλοπονίας και ακρίβειας για τους υποτακτικούς του. Έτσι δίδασκε και διοικούσε ο γέροντας. Με το παράδειγμα και κυρίως με την υπομονή και την ταπείνωσή του κατά το βιβλικό «απ’ εμού όψεσθε και ούτω ποιήσετε» (Κριτ. 7, 17).

Αυτό που αισθανόμαστε ως υποχρέωσή μας να μαρτυρήσουμε για τον μακαριστό γέροντα εμείς προσωπικά, καθώς μαρτυρεί και ο προκάτοχός μας, μητροπολίτης πρώην Κιτίου Χρυσόστομος, ο οποίος ενθρόνισε τον γέροντα ως ηγούμενο και πολλά χρόνια υπήρξε επίσκοπός του, ήταν ο σεβασμός του μακαρίου γέροντος στον θεσμό του επισκόπου. Σεβασμός και αγάπη που εκδηλωνόταν με πολλούς τρόπους. Αυτό φανέρωνε αφενός τη βαθιά γνώση εκκλησιολογίας που είχε ο γέροντας, λόγω της βιωματικής θεολογίας, της οποίας ήταν κάτοχος, και αφετέρου τη μεγάλη ταπείνωση που τον χαρακτήριζε. Αυτό τον σεβασμό και συνεργασία με τον επίσκοπο τον ενέπνευσε και σε όλη την περί αυτόν συνοδεία του.

Ο αείμνηστος ηγούμενος Σταυροβουνίου Αθανάσιος υπήρξε μεγάλη Εκκλησιαστική μορφή του αιώνα μας. Η προσφορά του σεμνού και θεοφόρου αυτού ανδρός στον μοναχισμό της Κύπρου είναι τεράστια. Όταν ο μακαριστός και ενάρετος ηγούμενος Σιμωνόπετρας Αγίου Όρους πατήρ Αιμιλιανός συνάντησε τον γέροντα Αθανάσιο, είπε χαρακτηριστικά «αυτός δεν είναι γέροντας, αυτός είναι Αββάς». Ας δοξάσουμε τον Θεό που ανέδειξε και στην εποχή μας ανθρώπους αυθεντικούς, ταπεινούς, αληθινούς εργάτες του Ευαγγελίου, με γνήσιο ασκητικό φρόνημα, όπως τον αείμνηστο γέροντα Αθανάσιο. Αυτό το πνεύμα καταλείπει ο γέροντας ως κληρονομιά και παρακαταθήκη στους πατέρες της μονής του, που με πολλή αγάπη και αυταπάρνηση τον διακόνησαν, ιδιαίτερα τα τελευταία του χρόνια.

Αείμνηστε και μακάριε γέροντα Αθανάσιε πορεύου εν ειρήνη και είσελθε εις την χαράν του Κυρίου σου.

Μακαρισθείη η ψυχή σου, η δε ευχή σου είη μεθ’ ημών.