Ένα διπλωματικό παρασκήνιο με θρησκευτικές προεκτάσεις εκτυλίχθηκε τις τελευταίες ημέρες μεταξύ Αθήνας και Καΐρου.
Στο επίκεντρο ήταν η Ελληνορθόδοξη Ιερά Μονή Σινά που ιδρύθηκε το 546 μ.Χ. από τον Ιουστινιανό και είναι το αρχαιότερο χριστιανικό μοναστήρι που λειτουργεί συνεχώς και χωρίς καμία διακοπή, ενώ είναι ταυτόχρονα και το μοναδικό μοναστήρι για το οποίο ο ίδιος ο Μωάμεθ έγραψε, και σφράγισε με την παλάμη του, ειδικό έγγραφο με το οποίο ορίζει ότι οι μουσουλμάνοι είναι υποχρεωμένοι να το σέβονται και να το προστατεύουν.
Η Ιερά Μονή Σινά από το 2002 είναι Μνημείο Παγκόσμιας Πολιτιστικής Κληρονομιάς της UNESCO. Έως τώρα ποτέ κανείς δεν αμφισβήτησε το ελληνορθόδοξο καθεστώς της και δεν δημιούργησε προβλήματα στη λειτουργία της.
Εξαίρεση αποτέλεσε η περίοδος των Αδελφών Μουσουλμάνων, οπότε ξεκίνησε μια κατευθυνόμενη πολεμική εναντίον της Ιεράς Μονής με ταυτόχρονη αμφισβήτηση της ίδιας της ύπαρξής της. Αν και με την πτώση τους σταμάτησε αυτή η τακτική, δεν εξαφανίστηκαν αυτόματα και οι συνέπειες των πράξεων ορισμένων Αιγύπτιων αξιωματούχων εκείνης της περιόδου.
Τα προβλήματα
Κάπως έτσι άρχισαν να ανακύπτουν προβλήματα, που πάντως δεν είχαν σχέση ούτε με την πολιτική της αιγυπτιακής κυβέρνησης ούτε με την κοινή βούληση των δύο κρατών να συνεργαστούν στενά για όλα τα θέματα κοινού ενδιαφέροντος. Τα μικρά, αλλά αρκετά προβλήματα άρχισαν να συσσωρεύονται και ο κίνδυνος παρεξηγήσεων μεταξύ Ιεράς Μονής και αιγυπτιακού κράτους έγινε ορατός.
Η κατάσταση έγινε δυσκολότερη με μια σειρά δημοσιευμάτων σε αιγυπτιακές ιστοσελίδες που υποστήριζαν ότι οι μοναχοί είναι απλώς φιλοξενούμενοι σε κτίρια και εκτάσεις που δεν τους ανήκουν.
Τα δημοσιεύματα βάσιζαν τις αναλύσεις τους σε μια σειρά από δίκες κατά της Ιεράς Μονής που είχαν προκαλέσει απελθόντες Αιγύπτιοι αξιωματούχοι.
Η ελληνική κυβέρνηση έδρασε άμεσα, καθώς τα αρμόδια υπουργεία Εξωτερικών και Παιδείας συντόνισαν τη δράση τους, με τον Γιώργο Γεραπετρίτη και τον Κυριάκο Πιερρακάκη να σχεδιάζουν τις επόμενες κινήσεις.
Την περασμένη Πέμπτη ελληνική αντιπροσωπεία, με επικεφαλής τον γενικό γραμματέα Θρησκευμάτων Γ. Καλαντζή και με τη συμμετοχή υψηλόβαθμων στελεχών του υπουργείου Εξωτερικών, μετέβη στην Αίγυπτο για να συναντήσει τον κυβερνήτη του Νοτίου Σινά, δρα Χάλεντ Μουμπάρακ, ο οποίος έχει την πλήρη αρμοδιότητα για τα θέματα της Ιεράς Μονής Σινά.
Ακολούθησαν τρεις ώρες συζήτησης σε πολύ καλό κλίμα, με την ελληνική αντιπροσωπεία να τονίζει τον ιδιαίτερο ρόλο του προέδρου Σίσι ως εγγυητή της θρησκευτικής ελευθερίας στην Αίγυπτο.
Ο κυβερνήτης του Νοτίου Σινά έκανε μια εντυπωσιακή παρουσίαση του Μεγάλου Σχεδίου για τη Μεταμόρφωση του Σινά, ενός σημαντικού σχεδίου, έμπνευσης του ιδίου του προέδρου Σίσι, χάρη στο οποίο η πόλη της Αγίας Αικατερίνης θα γίνει ο δεύτερος μεγαλύτερος τουριστικός προορισμός της Αιγύπτου, με απόλυτο σεβασμό στην ιστορικότητα και στο φυσικό περιβάλλον της περιοχής. Είναι κάτι που θέλει διακαώς και η ελληνική πλευρά.
Η ένταση μειώθηκε όπως φάνηκε από τα κοινά δελτία Τύπου της αιγυπτιακής και της ελληνικής πλευράς, καθώς συμφωνήθηκε να έχουν το ίδιο περιεχόμενο.
Η τελευταία παράγραφος αναφέρει χαρακτηριστικά: «Οι δύο πλευρές συμφώνησαν στη συνέχιση της διατήρησης και της υποστήριξης του από αιώνων καθεστώτος και της πολιτιστικής και θρησκευτικής κληρονομιάς της Ιεράς Μονής του Σινά και τη συνέχιση της διευκόλυνσης και διαφύλαξης του μοναστικού τρόπου ζωής της Ιεράς Αδελφότητας και του προσκυνηματικού της χαρακτήρα».
Οι δύο πλευρές συμφώνησαν να προχωρήσουν άμεσα στις απαραίτητες ενέργειες ώστε να εμβαθύνουν τη συνεργασία τους με επίκεντρο την Ιερά Μονή που λειτουργεί αδιάλειπτα και ελεύθερα, με την υποστήριξη της Αιγύπτου, εδώ και 16 αιώνες. Το θέμα για την Αθήνα είναι κρίσιμο, καθώς η Μονή αποτελεί εστία ελληνισμού στην Αίγυπτο και η ελληνική πλευρά πιστεύει ακράδαντα πως η Ορθοδοξία είναι δύναμη και διπλωματίας.
Σύμφωνα με πληροφορίες της «Κ», Κυριάκος Πιερρακάκης και Γιώργος Γεραπετρίτης ετοιμάζονται και για το επόμενο βήμα, καθώς επεξεργάζονται ήδη τα σχέδια μνημονίων συνεργασίας με την αιγυπτιακή πλευρά και την Ιερά Μονή Σινά σε θέματα θρησκευτικού τουρισμού, πολιτισμού, συντήρησης και προστασίας αρχαιοτήτων αλλά και της νομικής υπόστασης της Μονής, η οποία θα διατηρήσει το ελληνορθόδοξο καθεστώς της.
Πηγή: kathimerini.gr