Η Πρόεδρος της Δημοκρατίας Κατερίνα Σακελλαροπούλου πραγματοποιεί επίσκεψη στη Λευκωσία, έπειτα από πρόσκληση του Προέδρου Νίκου Χριστοδουλίδη, προκειμένου να παραστεί στους εορτασμούς της 64ης επετείου ανακήρυξης της ανεξαρτησίας της Κυπριακής Δημοκρατίας.
Μετά την τελετή της υποδοχής, οι δύο Πρόεδροι είχαν τη Δευτέρα κατ’ ιδίαν συνάντηση στο Προεδρικό Μέγαρο και στη συνέχεια ακολούθησαν διευρυμένες συνομιλίες των αντιπροσωπειών.
Κατά την κοινή συνέντευξη Τύπου, η κυρία Σακελλαροπούλου τόνισε ότι η Ελλάδα βρίσκεται πάντα στο πλευρό της Κυπριακής Δημοκρατίας και πρόσθεσε ότι «Καμία δοκιμασία, πρόκληση ή απειλή δεν πρόκειται να μας κάμψει. Αντίθετα, θα ενισχύσει ακόμη περισσότερο τη διαρκή συνεργασία και τον συντονισμό των θέσεων και δράσεών μας».
Αναφερόμενη στη συνάντησή της με τον Πρόεδρο της Κυπριακής Δημοκρατίας Νίκο Χριστοδουλίδη, σημείωσε πως «Επαναβεβαιώσαμε ότι οι δύο χώρες μας παραμένουν αταλάντευτα προσηλωμένες στον στόχο για την επίτευξη αμοιβαίας αποδεκτής, δίκαιης, λειτουργικής και βιώσιμης επίλυσης του Κυπριακού προβλήματος, εντός του πλαισίου των Αποφάσεων των Ηνωμένων Εθνών και του ευρωπαϊκού κεκτημένου».
Όπως είπε «Με ρεαλισμό και αποφασιστικότητα διεκδικούμε λύση διζωνικής, δικοινοτικής ομοσπονδίας, με πολιτική ισότητα, αποχώρηση των στρατευμάτων κατοχής και κατάργηση του αναχρονιστικού συστήματος των εγγυήσεων».
Στην κατεύθυνση αυτή, υπογράμμισε ότι «υποστηρίζουμε πλήρως, σταθερά και ενεργά τη συνέχιση της Αποστολής Καλών Υπηρεσιών του Γενικού Γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών Γκουτέρες για άρση του αδιεξόδου και επανέναρξη ουσιαστικών διαπραγματεύσεων».
Επισήμανε, ακόμη ότι «Πρέπει να γίνει κατανοητό από όλους, και κυρίως από την Τουρκία, ότι η ειρήνη, η συνεργασία και η ευημερία δεν επιτυγχάνονται διά της βίας και της επιβολής των όπλων. Η παρανομία δεν μπορεί ποτέ να παράγει δίκαιο. Ιδίως σε μία περίοδο, όπου η διεθνής νομιμότητα και τα ανθρώπινα δικαιώματα παραβιάζονται βάναυσα στην Ουκρανία και αλλού, καμία απόκλιση από τις επιταγές του διεθνούς δικαίου και της ευρωπαϊκής έννομης τάξης δεν μπορεί να γίνει αποδεκτή».
Στο ίδιο πλαίσιο, παρατήρησε ότι «Για τον λόγο αυτόν, διχοτομικές λογικές και επιδιώξεις δημιουργίας δύο κρατών στην Κύπρο δεν μπορούν παρά να απορρίπτονται» και πρόσθεσε ότι «Με τον Πρόεδρο Χριστοδουλίδη συμφωνήσαμε ότι οι δίαυλοι επικοινωνίας και το κλίμα ηρεμίας στις ελληνοτουρκικές σχέσεις θα μπορούσαν να συμβάλλουν στη δημιουργία των προϋποθέσεων για την επανεκκίνηση του διαλόγου στο Κυπριακό, πάντα σύμφωνα με τα Ψηφίσματα του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών».
Παράλληλα, σημείωσε, ότι «έχει πλέον καταστεί σαφές ότι η πορεία των ευρω-τουρκικών σχέσεων συνδέεται άρρηκτα με την πρόοδο στο Κυπριακό, όπως, άλλωστε έχει τονίσει επανειλημμένως στα Συμπεράσματά του το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο» και συμπλήρωσε ότι «Αναμένουμε, λοιπόν, από την άλλη πλευρά να αξιοποιήσει την ευκαιρία που παρουσιάζεται, επιδεικνύοντας την απαιτούμενη εποικοδομητική στάση προκειμένου να επανεκκινήσει η διαδικασία των συνομιλιών, χωρίς προαπαιτούμενα και τελεσίγραφα».
Εξέφρασε, επίσης, την ικανοποίησή της, για την πρόοδο των προσπαθειών προκειμένου να υλοποιηθεί το πολύ σημαντικό έργο ηλεκτρικής διασύνδεσης Ελλάδας – Κύπρου – Ισραήλ, το οποίο θα ενισχύσει τη στρατηγική μας θέση, θα άρει την ενεργειακή απομόνωση της Κύπρου και θα συμβάλλει στη μείωση του ενεργειακού κόστους για τους καταναλωτές.
Αναφερόμενη στις μεγάλες γεωπολιτικές προκλήσεις που αντιμετωπίζουμε σήμερα, με έμφαση στον πόλεμο στην Ουκρανία και την κρίση στη Μέση Ανατολή, τόνισε ότι «Κοινή είναι η ανησυχία μας για την κλιμάκωση της έντασης στην περιοχή, αλλά και η διαπίστωση ότι ο μόνος δρόμος για την αποκατάσταση της ειρήνης και την ευημερία των λαών δεν είναι άλλος από την εφαρμογή του διεθνούς δικαίου και την προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Στη σύγχρονη εποχή ο εθνικιστικός αναθεωρητισμός, η θρησκευτική μισαλλοδοξία, η στοχοποίηση αμάχων και η τρομοκρατία δεν έχουν θέση».
Τέλος, υπενθύμισε «το χρέος όλων μας να συνεχίσουμε να συνδράμουμε με κάθε δυνατό τρόπο, στον αγώνα των οικογενειών των Αγνοουμένων, μέχρις ότου διακριβωθεί η τύχη και του τελευταίου από αυτούς».
Στη συνέχεια, η κυρία Σακελλαροπούλου συναντήθηκε με εκπροσώπους του Συνδέσμου Ασυνόδευτων Φιλοξενηθέντων Παιδιών στην Ελλάδα 1974-1979.