Από τον Γιάννη Ζάννη
Η ιστορία του χριστιανισμού στην πολύπαθη Κύπρο έχει τις απαρχές της στους πρώτους αποστολικούς χρόνους. Ιδρυτές της εν Κύπρω Εκκλησίας ήταν οι Άγιοι Απόστολοι Παύλος και Βαρνάβας. Ο δεύτερος μάλιστα ήταν και ο ίδιος Κύπριος (εβραϊκής καταγωγής).
Όπως μαρτυρείται από το Βιβλίο των Πράξεων, «Ἰωσὴς , ὁ ἐπικληθεὶς Βαρνάβας ὑπὸ τῶν ἀποστόλων, ὅ ἐστι μεθερμηνευόμενον υἱὸς παρακλήσεως, Λευῒτης, Κύπριος τῷ γένει…».
Οι Αγιοι Απόστολοι τον έστειλαν στην Αντιόχεια, την πόλη στην οποία για πρώτη φορά οι μαθητές του Χριστού έλαβαν την ονομασία «χριστιανοί», και εκεί ο Απόστολος Βαρνάβας επιτέλεσε σημαντικότατο ιεραποστολικό έργο, στην αρχή μόνος του και λίγο αργότερα με τον Απόστολο Παύλο, με τον οποίο υπήρξαν συνέκδημοι και ομόψυχοι: «ἐξαπέστειλαν Βαρνάβαν διελθεῖν ἕως Ἀντιοχείας· ὃς παραγενόμενος καὶ ἰδὼν τὴν χάριν τοῦ Θεοῦ ἐχάρη, καὶ παρεκάλει πάντας τῇ προθέσει τῆς καρδίας προσμένειν τῷ Κυρίῳ, ὅτι ἦν ἀνὴρ ἀγαθὸς καὶ πλήρης Πνεύματος ἁγίου καὶ πίστεως· καὶ προσετέθη ὄχλος ἱκανὸς τῷ Κυρίῳ. ἐξῆλθε δὲ εἰς Ταρσὸν ὁ Βαρνάβας ἀναζητῆσαι Σαῦλον, καὶ εὑρὼν αὐτὸν ἤγαγεν αὐτὸν εἰς Ἀντιόχειαν. ἐγένετο δὲ αὐτοὺς καὶ ἐνιαυτὸν ὅλον συναχθῆναι ἐν τῇ ἐκκλησίᾳ καὶ διδάξαι ὄχλον ἱκανόν, χρηματίσαι τε πρῶτον ἐν Ἀντιοχείᾳ τοὺς μαθητὰς Χριστιανούς».
Η επίσκεψή τους στην Κύπρο για τον ευαγγελισμό του νησιού ήταν κλήση του Αγίου Πνεύματος, όπως σαφέστατα περιγράφεται στις Πράξεις: «Ἦσαν δέ τινες ἐν Ἀντιοχείᾳ κατὰ τὴν οὖσαν ἐκκλησίαν προφῆται καὶ διδάσκαλοι… λειτουργούντων δὲ αὐτῶν τῷ Κυρίῳ καὶ νηστευόντων εἶπε τὸ Πνεῦμα τὸ ἅγιον· Ἀφορίσατε δή μοι τὸν Βαρνάβαν καὶ τὸν Σαῦλον εἰς τὸ ἔργον ὃ προσκέκλημαι αὐτούς… Οὗτοι μὲν οὖν ἐκπεμφθέντες ὑπὸ τοῦ Πνεύματος τοῦ ἁγίου κατῆλθον εἰς τὴν Σελεύκειαν, ἐκεῖθεν τε ἀπέπλευσαν εἰς τὴν Κύπρον, καὶ γενόμενοι ἐν Σαλαμῖνι κατήγγελλον τὸν λόγον τοῦ Θεοῦ ἐν ταῖς συναγωγαῖς τῶν Ἰουδαίων».
Και ο σπόρος του Ευαγγελίου, έπεσε σε αγαθή γη και «φυὲν ἐποίησε καρπὸν ἑκατονταπλασίονα». Και ανάμεσα στους εκλεκτούς καρπούς, ξεχωριστή είναι η θέση που κατέχουν ο Άγιος Ηρακλείδιος, Επίσκοπος Ταμάσου, και ο Άγιος Αυξίβιος, Επίσκοπος Σόλων. Οι δύο Κύπριοι Άγιοι συνεορτάζουν τη 17η Σεπτεμβρίου. Αξίζει τον κόπο να ανατρέξουμε στην ιστορία τους, που ταυτίζεται με τις απαρχές του χριστιανισμού στην αγιοτόκο Κύπρο.
Τα συναξάρια που κυκλοφορούν στην Ελλάδα, δεν διαθέτουν πολλές πληροφορίες για τους δυο αυτούς μεγάλους Αγίους. Οι πληροφορίες που παρατίθενται εδώ έχουν ληφθεί από την ιστοσελίδα της Ι. Μητροπόλεως Μόρφου και τον π. Παναγιώτη Ματθαίου, ο οποίος με τη σειρά του αντλεί τις πηγές του από την προφορική παράδοση (εν πολλοίς, ισόκυρη με την γραπτή, κατά τον λόγο του Αποστόλου, «στήκετε, καὶ κρατεῖτε τὰς παραδόσεις ἃς ἐδιδάχθητε εἴτε διὰ λόγου εἴτε δι’ ἐπιστολῆς ἡμῶν») και από τις «Πράξεις Βαρνάβα».
Ο μετέπειτα Επίσκοπος Ταμάσου καταγόταν από ένα χωριό στην κοιλάδα της Σολέας, «Λαμπαδιστοῦ καλούμενον». Το όνομά του ήταν Ηρακλέων και ήταν γιος του Ιεροκλή, ενός ιερέα των ειδώλων. Το χωριό Λαμπαδού της Σολέας βρισκόταν κοντά στα χωριά Γαλάτα και Σινά Όρος.
Από το ίδιο χωριό καταγόταν και ο (πολύ μεταγενέστερος χρονικά) Άγιος Ιωάννης ο Λαμπαδιστής και σε αυτό οφείλει την επωνυμία του, όπως καταγράφει και ο μοναχός-περιηγητής του 18ου αιώνα Βασίλειος Μπάρσκι από το Κίεβο, ότι «ὠνομάσθη Λαμπαδιστὴς ἐκ τοῦ χωρίου Λαμπαδίς, ὅπου ἐγεννήθη ὁ ἅγιος, ὡς ἀναφέρεται ἐν τῇ βιογραφίᾳ του. Τὸ χωρίον ἔχει τώρα ἐγκαταλειφθεῖ ὡς διεπίστωσα ὅταν ἤμην εἰς τὴν Σολέαν».
Κατά την παράδοση, οι Άγιοι Απόστολοι Παύλος και Βαρνάβας, καθώς και ο Μάρκος που τους συνόδευε άρχισαν την πρώτη αποστολική τους περιοδεία από τη Σαλαμίνα της Κύπρου (αυτό μαρτυρείται και στις Πράξεις των Αποστόλων) και στη συνέχεια πρέπει να πήγαν αρχικά στο Κίτιο (Λάρνακα), όπου βρήκαν τον Αγιο Λάζαρο τον Τετραήμερο και τον χειροτόνησαν πρώτο επίσκοπο της πόλεως.
Οι Άγιοι Απόστολοι συνέχισαν την περιοδεία τους και πέρασαν από τα χωριά της οροσειράς του Τροόδους, για να καταλήξουν στην Πάφο. Στο χωριό Λαμπαδού συνάντησαν τον Ιεροκλή, ιερέα των ειδώλων, αλλά καλής προαιρέσεως άνθρωπο, ο οποίος τους έδωσε ως οδηγό και συνοδοιπόρο τον γιο του, Ηρακλέωνα.
Στη διάρκεια της πεζοπορίας, οι Απόστολοι αντιλήφθηκαν την καλή διάθεση του νεαρού και τη δεκτικότητα της ψυχής του για την αλήθεια, και άρχισαν να του μιλούν για την πλάνη της παγανιστικής θρησκείας και την αληθινή πίστη στον έναν Θεό.
Ο Ηρακλέων πίστεψε στον Χριστό και ζήτησε από τους Αποστόλους να τον βαπτίσουν, πράγμα που έγινε στα νερά του ποταμού Σέτραχου στη Μαραθάσα, δίπλα στο σημερινό μοναστήρι του Αγίου Ιωάννου του Λαμπαδιστού.
Μετά το βάπτισμα ακολούθησε την οδό των Αποστόλων κατά πάντα. Και όταν η πρώτη εκείνη αποστολική περιοδεία ολοκληρώθηκε, τον χειροτόνησαν Επίσκοπο Ταμασού, μιας πόλης που ήταν τότε κέντρο λατρείας της Αρτέμιδος.
Λίγο πριν από την αναχώρηση των Αποστόλων, συναντήθηκε μαζί τους και ο εκ Ταμασού Αγιος Μνάσων, που έγινε ο αχώριστος συνοδοιπόρος του Επισκόπου Ταμασού στο δύσκολο έργο που ανελάμβανε. Το βιβλίο των Πράξεων αναφέρεται στον Αγιο Μνάσωνα, στο 21ο κεφάλαιο: «…συνῆλθον δὲ καὶ τῶν μαθητῶν ἀπὸ Καισαρείας σὺν ἡμῖν, ἄγοντες παρ’ ᾧ ξενισθῶμεν Μνάσωνί τινι Κυπρίῳ, ἀρχαίῳ μαθητῇ».
Ακούραστος εργάτης του Αμπελώνος του Κυρίου, ο Αγιος Ηρακλείδιος θα μετατρέψει την Ταμασό σε περίλαμπρο χριστιανικό κέντρο. Σε αυτό συνέβαλε και η θαυματουργική χάρη με την οποία ήταν προικισμένος από το Αγιο Πνεύμα.
Μετά τον λιθοβολισμό του Αποστόλου Βαρνάβα, ο Απόστολος Παύλος στέλνει επιστολή στον Αγιο Ηρακλείδιο και τον τοποθετεί διάδοχο του Αποστόλου Βαρνάβα. Ο Ηρακλείδιος θα περιέλθει όλη την Κύπρο, εγκαθιστώντας κατά τόπους επισκόπους: στην Πάφο τον Επαφρά, στη Νεάπολη (Λεμεσό) τον Τυχικό. Τέλος, έφτασε και στους Σόλους.
Όταν οι Απόστολοι Παύλος και Βαρνάβας χωρίστηκαν κατά τη 2η αποστολική περιοδεία, ο Βαρνάβας επανήλθε στην Κύπρο με τον ανιψιό του Μάρκο. Μετά το μαρτυρικό τέλος του Αγίου Βαρνάβα, ο Μάρκος συνέχισε την περιοδεία του στο νησί, μολονότι καταδιωκόταν από τους Ιουδαίους εκείνους που παρέμεναν πολέμιοι της νέας θρησκείας.
Καταφεύγοντας στην παραθαλάσσια κώμη του Λιμνίτη, ο Απόστολος Μάρκος με τους συνεργάτες του, Τίμωνα και Ρόδωνα, συνάντησαν έναν νεαρό ευγενή Ρωμαίο που, επιθυμώντας να γνωρίσει τον χριστιανισμό, εγκατέλειψε τη γενέτειρά του και κατέφυγε στην Κύπρο. Ονομαζόταν Αυξίβιος. Ο Απόστολος Μάρκος, βλέποντας τον Αυξίβιο άνδρα πλήρη πίστεως, τον κατήχησε, τον βάπτισε και τον χειροτόνησε Επίσκοπο Σόλων, της κατοπινής Θεομόρφου-Μόρφου.
Τον καθοδήγησε με ποιον τρόπο να κηρύξει το Ευαγγέλιο στους Σόλους, συνιστώντας του να μη φανερώσει εξαρχής ότι είναι χριστιανός: «Η πόλις είναι γεμάτη από το σκότος των ειδώλων, δεν θα δεχθεί αμέσως το φως του Χριστού. Μη φανερώσεις στην αρχή ότι είσαι χριστιανός, αλλά να διαλέγεσαι μαζί τους σαν να είναι νήπια γαλακτοτροφούμενα.
Όταν γίνουν τέλειοι, τότε να μετάσχουν και της στερεάς τροφής της πίστεως». Πράγματι, ο Αγιος Αυξίβιος κινήθηκε όπως του υπέδειξε ο ιερός ευαγγελιστής και, προσποιούμενος ότι δεχόταν τη θρησκεία των ειδώλων, διαλεγόμενος κατόρθωσε να μεταστρέψει κάποιους στον χριστιανισμό, ακόμα και ιερείς των ειδώλων.
Περιοδεύοντας, όπως είπαμε, το νησί ο Άγιος Ηρακλείδιος έφτασε και στους Σόλους και συναντήθηκε με τον Άγιο Αυξίβιο, ήδη χειροτονημένο επίσκοπο από τον Ευαγγελιστή Μάρκο. Τον παρότρυνε πλέον να φανερώσει την αλήθεια σε όλους τους κατοίκους των Σόλων. Τον δίδαξε κάθε εκκλησιαστικό κανόνα, όπως και ο ίδιος είχε διδαχθεί από τους Αγίους Αποστόλους Παύλο και Βαρνάβα. Κατόπιν οι δύο Αγιοι ασπάστηκαν αλλήλους εν φιλήματι αγίω και αναχώρησαν καθένας για την πόλη του.
Ο σπόρος του θείου λόγου βρήκε στην Κύπρο γη αγαθή και απέδωσε καρπό εκατονταπλάσιο, όπως επιβεβαιώνεται από το πλήθος των Αγίων, παλαιοτέρων και συγχρόνων, που ανέδειξε η αγιοτόκος Μεγαλόνησος.
Ο Άγιος Ηρακλείδιος, προβεβηκώς πλέον στην ηλικία, ασθένησε και προαισθανόμενος το τέλος του χειροτονεί επίσκοπο και διάδοχό του τον συνοδοιπόρο του Άγιο Μνάσωνα. Ωστόσο, του επιφυλασσόταν μαρτυρικό τέλος. Οι εθνικοί, που αντιμάχονταν τον χριστιανισμό, όρμησαν στον τόπο που έμενε ο Αγιος Ηρακλείδιος και, αφού τον βασάνισαν, τον έσυραν στην πλατεία της Ταμασού, τον αποκεφάλισαν και έριξαν το σεπτό σώμα του στη φωτιά. Όμως, οι χριστιανοί, με τον νέο επίσκοπο, τον Άγιο Μνάσωνα, διέσωσαν το άγιο λείψανο και το ενταφίασαν μέσα στο σπήλαιο όπου προηγουμένως ο Άγιος τελούσε τη θεία λειτουργία.
Το σπήλαιο, καθώς και η λάρνακα που έφερε τα άγια λείψανα του Αγίου σώζονται μέχρι σήμερα. Ο Άγιος και μετά τον θάνατό του παρέχει ιάσεις προς τους πάσχοντες από κάθε νόσο και εκβάλλει τα δαιμόνια από τους κακώς έχοντας.
Η σορός του παρέχει πλούσια τα ιάματα και η κάρα του είναι τοποθετημένη στο καθολικό της μονής που είναι χτισμένη στο όνομά του, δίπλα στο χωριό Πολιτικό.
Ο Άγιος Ηρακλείδιος συνεορτάζει με τον φωτιστή των Σόλων, Άγιο Αυξίβιο, τη 17η Σεπτεμβρίου. Στην Ιερά Μονή του Λαμπαδιστή σώζεται η παλαιά εκκλησία του 11ου αιώνα, η οποία είναι αφιερωμένη στο όνομα του Αγίου και αποτελεί το παλαιό καθολικό της μονής. Διασώζεται επίσης στην κοίτη του ποταμού Σέτραχου Μαραθάσας ο τόπος της βαπτίσεως του Αγίου. Στον τόπο της καταγωγής του, μεταξύ των χωριών Τεμβριάς και Καλλιανών, σώζεται γέφυρα με την επωνυμία «Το γεφύρι του Αγίου Ηρακλειδίου».
*Αναδημοσίευση από την εφημερίδα «Ορθόδοξη Αλήθεια»














