Σαν σήμερα πριν από ένα χρόνο, 24.7.2020, η βαρβαρότης των Τούρκων, μετέτρεψε τον οφθαλμόν της γης την Μεγάλη Εκκλησιά, την Αγιά Σοφιά μας, το μνημείο της παγκόσμιας κληρονομιάς, σε τζαμί. Και αυτή η βέβηλη πράξη έγινε κατά από τα μάτια των «μεγάλων» της γης και με την ανοχή τους.
Καλύφτηκαν και πάλι τα λαμπερά ψηφιδωτά, κρύφτηκε το έκπλαγο μεγαλείο της Πλατυτέρας στη μεγάλη κόγχη του ιερού, όπως και των Αγγέλων η ουράνια χάρη και των Ιεραρχών το αυστηρό, αλλά και πατρικό μειλίχιο βλέμμα.
Όμως η αλήθεια δεν είναι δυνατόν να κρυβή και η ιστορία να αλλοιωθή και παραχαραχθή. Η Αγια Σοφιά θα ελέγχη και τους βαρβάρους για την βαρβαρότητά τους και τους «πολιτισμένους» για την εγκληματική αδιαφορία τους, η μάλλον για την προς την Ορθοδοξίαν εμπάθειά τους.
Εμείς ποτέ δεν λησμονούμε την Αγια Σοφιά μας την Μεγάλη Εκκλησιά μας, της γης το κάλλος και του κόσμου την ευκοσμία. Εκεί είναι ο νούς μας και η καρδιά μας.
Δεν λησμονούμε την Πόλη τη δικιά μας, στην οποία όπου κι αν περάσης, μυρίζει Χριστός και λιβάνι. Την Πόλη τη Βασίλισσα, της γης το κάλλος στην οποία βλέπει κανείς και ακούει παντού, «φωνές Ελλήνων, πατήματα Ρωμηών».
Είμαστε εκεί, με όλη την δύναμη της ψυχής μας, κοντά στους φρυκτωρούς του Γένους, στον Οικουμενικό μας Πατριάρχη και στους ολίγους, μα τόσο πολλούς, που φυλάσσουν τον τόπο, την Ορθοδοξία και της φυλής μας τα ιερά και τα όσια.
Πριν ένα χρόνο οι Πατρινοί, εν ενί στόματι και μια καρδία διετράνωσαν μέσα και έξω από τον Ναό του Πρωτοκλήτου των Αποστόλων, Αγίου Ανδρέου, σε μια συγκλονιστική άμα δε και συγκινητική εκδήλωση.
«…Ακουέτωσαν Λαοί και πάντες οι ισχυροί της γης
Θρηνήτωσαν οι Έλληνες όπου γης
Πενθήτωσαν όρη και βουνοί
Ρανάτωσαν οι ουρανοί όμβρον δακρύων πικρών
Γιατί,
« Στην πόρτα της Αγια Σοφιάς που σφάλισεν
ενός αγγέλου χέρι,
διπλοσφαγμένος έπεσε και πάλιν ο δικέφαλος
απ’ τ’ άπιστο του Τούρκου το μαχαίρι».
Ακουέτωσαν κραυγήν οι γηγενείς και θρήνον της νύμφης του Βοσπόρου,
Της μαρτυρικής Επταλόφου, της αιματοπισμένης και αιμοφύρτου Βασιλίδος των Πόλεων,
«η σκλάβα πόλη κάθεται στο Βόσπορο και κλαίει και πονεμένη λέει:
Μον’ ένα δώρο καρτερούν τα μάτια μου και κλαίνε
ατίμητο στα ατίμητα ελευθεριά το λένε…»
Κωνσταντινούπολη, Αγια Σοφιά μας,
Ψυχή μας καρδιά μας, πόλη δικιά μας,
Ουρανέ του κόσμου. Είσαι δικιά μας,
Πόλη μη κλαίς, θ’άρθει καιρός…”.
Ως Ορθόδοξοι Χριστιανοί και δη και μάλιστα ως Ορθόδοξοι Έλληνες, διαμαρτυρόμεθα με όλη την δύναμη της ψυχής μας για την φρίκη και την βεβήλωση που βιώνει για μια ακόμη φορά ο Ορθόδοξος αυτός Χριστιανικός Ναός, ο οποίος δυστυχώς χρησιμοποιείται ως εργαλείο από τον αδίστακτο Πρόεδρο της Τουρκίας, προκειμένου να ξεπεράση τις πολιτικές, οικονομικές και άλλες εσωτερικές του δυσκολίες και ακόμα αν θέλετε να εξυπηρετήση εκείνους που μισούν θανάσιμα την Ρωμηοσύνη.
Διαμαρτυρόμεθα για την ασέβεια, για την αυθάδεια, για την αδιαλλαξία, για την βαρβαρότητα, την οποία επιδεικνύει η Τουρκία για μια ακόμη φορά αποκαλύπτοντας το πραγματικό της πρόσωπο και τα αισθήματά της έναντι πολιτισμών και αξιών. Αυτά εξ’ άλλου τα στοιχεία ανέκαθεν εχαρακτήριζαν την γείτονα χώρα.
Αχνίζουν, τα αίματα των Ελλήνων στην Κωνσταντινούπολη, κλαίνε οι περιουσίες τους, θρηνεί η Μικρασία, ο Πόντος και η Καππαδοκία για τις φρικτές καταστροφές και τις γενοκτονίες.
Αιμόφυρτη η μεγαλόνησος, η Ελληνικοτάτη Κύπρος μας, μαρτυρεί τις τουρκικές ωμότητες, τις λεηλασίες, τις καταστροφές Εκκλησιών και Μοναστηρίων, τους διωγμούς των Ορθοδόξων και τους εποικισμούς των Ελληνικών εστιών.
Θρασύτατη η κεφαλή της γείτονος, κάθε τόσο, μη υπολογίζουσα ουδένα υψώνεται με διεκδικήσεις και απειλές. Όπως συμβαίνει κατ’ αυτάς τας ημέρας στο Αιγαίο, όπου η προκλητικότης και η θρασύτης της Τουρκίας υπερέβη όρια και φραγμούς.
Που είναι άραγε οι «Μεγάλοι της γης»; Που είναι οι Διεθνείς Οργανισμοί; Που είναι οι Ευρωπαίοι εταίροι μας, υποτίθεται χριστιανοί, ώστε να υψώσουν το ανάστημά τους, προκειμένου να σταματήσουν οι καταστροφές και βεβηλώσεις μνημείων…»;
Που είναι η μνήμη τους, ώστε να φερθούν με ευγνωμοσύνη προς τον Λαό και το Γένος μας, που επί τόσους αιώνας εστάθη ανάχωμα και πλήρωσε με σκλαβιά και με μαρτύρια την προστασία της Δύσεως από την φωτιά και το μαχαίρι των απίστων;
Τι θα ήταν η Δύση, αν εμείς δεν κρατούσαμε τα στίφη των βαρβάρων, οι οποίοι τώρα δυστυχώς καταλαμβάνουν αμαχητί την Ευρωπαική Ήπειρο και ουχί μόνο, καταλύοντας ήθη και προσβάλλοντες θρησκείες και πολιτισμούς;
Ω και της φρικτής παπικής κωμωδίας και του εμπαιγμού! Το μόνο που μπόρεσε μετά δυσκολίας και ποιος γνωρίζει από ποιους πιεζόμενος ο Πάπας, το μόνο που μπόρεσε να αρθρώση, κάνοντας μάλλον αγγαρεία, ήτο να είπη ότι είναι «λυπημένος».
Αλλά λύπη κατέλαβε την ψυχή μας και διά την αδιαφορία, την σιωπή, η τις χλιαρές δηλώσεις, ομοδόξων «αδελφών μας». Η Αγια Σοφιά δεν είναι «εσωτερικό πρόβλημα» της Τουρκίας, ως είπαν, ούτε θα εξυπηρετήση το γεγονός, ότι οι εισερχόμενοι δεν θα πληρώνουν εισητήριο. Δεν θα ηδύνατο να ακουσθή πικροτερος λόγος απ’ αυτόν.
Σε εκείνη την λαμπρά εκδήλωση έκλεισε την ομιλία του ο Σεβασμιώτατος με τους στίχους του νεωτέρου μουσικοσυνθέτου (Σπανουδάκη)
“Πόλη γλυκιά Πόλη δική μας
Πόλη της γης και του ουρανού
Πόλη καημός που γίνες τραγούδι εδώ
μη κλαίς θα’ρθη ο καιρός, θα’ρθη ο καιρός
Πόλη χρυσή Πόλη του ήλιου
Πόλη μητέρα κι αδερφή
Πόλη λυγμός που γίνε λουλούδι εδώ
μη κλαίς θα’ρθη ο καιρός θα’ρθη ο καιρός
Μέσα σ’όνειρο σ’είδα ξανά
όλο φως όπως ήσουν παλιά
και στα μάτια σου η Αγία Σοφία
ένα δάκρυ που ακόμα κυλά
Πόλη γλυκιά αγαπημένη
μία ζωή σ’αποζητώ
είσαι εκεί κι όμως σε αγγίζω εδώ
μη κλαίς θα’ρθη ο καιρός θα’ρθη ο καιρός
Πόλη ζωή Πόλη ελπίδα
Πόλη Θεού Πόλη όλο φως
Πόλη γλυκειά που γινες Πατρίδα εδώ
μη κλαίς θα’ρθη ο καιρός θα’ρθη ο καιρός
Πόλη γλυκιά Πόλη δική μας
Πόλη της γης και του ουρανού
Πόλη καημός που γίνε τραγούδι εδώ
μη κλαίς θα’ρθη ο καιρός θα’ρθη ο καιρός”.