H σημερινή συνεδρίαση πραγματοποιείται υπό το πένθος, την απώλεια των δύο πιλότων μας στον πόλεμο με τις πυρκαγιές.
Υποκλινόμαστε στην αυτοθυσία και στον ηρωισμό του σμηναγού Μουλά και του ανθυποσμηναγού Στεφανίδη που έδωσαν τη ζωή τους για να σώσουν ζωές, υπηρετώντας το καθήκον, την πατρίδα και την αγάπη τους για τους ουρανούς. Από εκεί όπου μας καλούν τώρα να συνεχίσουμε την προσπάθεια αλλά και να σιωπήσουμε για να τους τιμήσουμε. Με ενότητα, ωριμότητα, υπευθυνότητα, χωρίς εύκολες απαντήσεις από όλους και για όλα, χωρίς παραπληροφόρηση και θεωρίες συνομωσίας και πολύ περισσότερο χωρίς ο πόνος να γίνει κομματικό σύνθημα», τόνισε από βήματος της Ολομέλειας, ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης στην έναρξη της ομιλίας του κατά τη συζήτηση για το σχέδιο νόμου του υπουργείου Οικονομικών «Ενίσχυση του εισοδήματος των μισθωτών, των νέων, της οικογένειας και της εργασίας-Συνταξιοδοτικές ρυθμίσεις».
«Το κράτος είναι στην πρώτη γραμμή, όχι χωρίς αδυναμίες αλλά με καλύτερη οργάνωση και περισσότερα μέσα στην διάθεσή του. Παρούσα και στην πρώτη γραμμή θα είναι και η πολιτεία για όλες τις επόμενες δύσκολες ημέρες», ανέφερε.
«Γι’ αυτό και ζητώ από όλους απόλυτη επιφυλακή. Η κλιματική κρίση ήρθε για να μείνει και στην άμυνα απέναντί της πρωταγωνιστικό ρόλο έχει το κράτος. Συμπαραστάτες ωστόσο πρέπει να συνεχίσουν να είναι τόσο η τοπική αυτοδιοίκηση, οι εθελοντές και ο κάθε πολίτης ξεχωριστά με την ατομική τους συμπεριφορά» επεσήμανε ο πρωθυπουργός.
Όπως είπε, μετά την άρση των περιορισμών στο δικαίωμα ψήφου όλων των συμπολιτών μας που μένουν εκτός Ελλάδος «το ν/σ που συζητείται σήμερα αποτελεί υλοποίηση μίας ακόμη προεκλογικής δέσμευσης» της κυβέρνησης. Και εξήγησε πως ενσωματώνονται στο πρώτο αυτό νομοσχέδιο του υπουργείου Οικονομικών περίπου οι μισές από τις προεκλογικές δεσμεύσεις της κυβέρνησης κάτι που υπογράμμισε ότι αποδεικνύει τη συνέπεια λόγων και έργων. Πρόσθεσε ακόμη ότι αυτό κλείνει οριστικά κάθε συζήτηση γύρω από το ποιος διαθέτει απολύτως κοστολογημένο σχέδιο δράσης και εξέφρασε την ελπίδα ότι στις επόμενες εκλογές όλα τα κόμματα να αντιμετωπίζουν την κοστολόγηση του προγράμματός τους με μεγαλύτερη υπευθυνότητα.
«Και αυτή την αλλαγή παραδείγματος υπηρετούν και οι νέες διατάξεις που, όπως είπα, αποτελούν μέρος του οδικού μας χάρτη. Με τρεις σαφείς κατευθύνσεις: ενίσχυση του εισοδήματος, αντιμετώπιση του κύματος της διεθνούς ακρίβειας και ιδιαίτερη στήριξη στους πιο ευάλωτους, στην οικογένεια, αλλά και στη νέα γενιά», ανέφερε ο κ. Μητσοτάκης.
Μίλησε επίσης για τρεις σαφείς προϋποθέσεις που καλύπτονται και είναι: η συνέχιση της ισχυρής ανάπτυξης, η δημοσιονομική ισορροπία που η κυβέρνηση δεν πρόκειται ποτέ να θέσει σε αμφισβήτηση και η σταδιακή αλλαγή του παραγωγικού μοντέλου της χώρας.
«Βήμα πρώτο και βασικό: η αύξηση των αμοιβών. Οι νέες αυξήσεις σε συνδυασμό με τις φοροελαφρύνσεις προσφέρουν στο εξής σε κάθε δημόσιο υπάλληλο έναν επιπλέον μισθό το χρόνο», είπε χαρακτηριστικά και επεσήμανε ότι «ο ΣΥΡΙΖΑ και το ΠΑΣΟΚ καταψηφίζουν τις πρώτες αυξήσεις που έρχονται στους δημοσίους υπαλλήλους εδώ και 14 χρόνια». Στη συνέχεια τόνισε πως πρόκειται παράλληλα και για μια επιλογή με κοινωνικό πρόσημο.
Ως δεύτερο βήμα ανέφερε τα μόνιμα μέτρα ενίσχυσης της οικογένειας, των ευάλωτων και των νέων και ως τρίτο βήμα των νέων ρυθμίσεων τη συνέχιση των αναχωμάτων της Πολιτείας στα κύματα του διεθνούς πληθωρισμού και της διεθνούς εισαγόμενης ακρίβειας.
«Στο πρώτο αυτό νομοσχέδιο αποτυπώνονται οι νέες κατευθύνσεις της πολιτικής μας», είπε χαρακτηριστικά και επεσήμανε πως οι μειώσεις στους φόρους και οι αυξήσεις στους μισθούς είναι μόνιμα μέτρα κι έχουν έρθει για να μείνουν.
Ολοκληρώνοντας την ομιλία του ο πρωθυπουργός τόνισε: «Κλείνω επισημαίνοντας ότι στόχος μας παραμένει πάντα η μεγέθυνση του δημόσιου πλούτου ώστε το μερίδιο σε αυτόν να αποκτούν όλοι και πριν απ’ όλους οι πιο ευάλωτοι συμπολίτες μας. Κάτι που προφανώς θα ευνοήσει και η ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας, τόσο με την αύξηση των επενδυτικών κεφαλαίων όσο και με τη μείωση του κόστους δανεισμού».
Και ανέφερε: «Η κυκλοφορία της εμπιστοσύνης είναι προτιμότερη ακόμη κι από την κυκλοφορία του χρήματος, έγραφε ο Αμερικανός πρόεδρος Τζέημς Μάντισον στις αρχές του 19ου αιώνα. Αυτό ισχύει ακόμη περισσότερο σήμερα. Αυτή την εμπιστοσύνη η Ελλάδα την έχει πλέον κατακτήσει».
Πριν κατέβει από το βήμα ο Κυριάκος Μητσοτάκης υπογράμμισε πως «όλοι τελικά κρίνονται για τις επιλογές τους».
Αναλυτικά κατά την ομιλία του στη Βουλή, ο πρωθυπουργός ανέφερε:
Ευχαριστώ, κύριε Πρόεδρε. Κυρίες και κύριοι βουλευτές, η σημερινή συνεδρίαση πραγματοποιείται υπό το πένθος για την απώλεια των δύο πιλότων μας στον πόλεμο με τις πυρκαγιές. Υποκλινόμαστε στην αυτοθυσία και στον ηρωισμό του Σμηναγού Μουλά και του Ανθυποσμηναγού Στεφανίδη, που έδωσαν τη ζωή τους για να σώσουν ζωές.
Υπηρετώντας το καθήκον, την πατρίδα και την αγάπη τους για τους ουρανούς, από εκεί όπου μας καλούν τώρα να συνεχίσουμε την προσπάθεια, αλλά και να σιωπήσουμε για να τους τιμήσουμε. Με ενότητα, με ωριμότητα, με υπευθυνότητα, χωρίς εύκολες απαντήσεις απ’ όλους και για όλα, χωρίς παραπληροφόρηση και θεωρίες συνωμοσίας και πολύ περισσότερο χωρίς ο πόνος να γίνει κομματικό σύνθημα.
Το τραγικό αυτό γεγονός απέδειξε όχι μόνο την άνιση μάχη με τη φύση που βιώνει ολόκληρος ο πλανήτης και ειδικά τις τελευταίες εβδομάδες η Μεσόγειος, αλλά και ότι στη χώρα μας το κράτος είναι στην πρώτη γραμμή, όχι χωρίς αδυναμίες, όμως με καλύτερη οργάνωση και με περισσότερα μέσα στη διάθεσή του.
Παρούσα και στην πρώτη γραμμή θα είναι και η Πολιτεία για όλες τις επόμενες δύσκολες μέρες, καθώς μετά τον καύσωνα θα ακολουθήσουν ισχυροί άνεμοι. Γι’ αυτό και θα ζητήσω από όλους για ακόμα μια φορά απόλυτη επιφυλακή.
Η κλιματική κρίση ήρθε για να μείνει και στην άμυνα απέναντί της προφανώς πρωταγωνιστικό ρόλο έχει το κράτος. Συμπαραστάτες, ωστόσο, πρέπει να συνεχίσουν να είναι τόσο η Τοπική Αυτοδιοίκηση, οι εθελοντές και ο κάθε πολίτης ξεχωριστά με την ατομική του συμπεριφορά.
Κυρίες και κύριοι, περνώντας τώρα στο θέμα της ημερήσιας διάταξης, θα σχολιάσω ότι μετά την άρση όλων των περιορισμών στο δικαίωμα ψήφου των συμπολιτών μας που μένουν μόνιμα εκτός Ελλάδος, το νομοσχέδιο το οποίο θα ψηφίσουμε σήμερα αποτελεί την υλοποίηση μίας ακόμα δέσμευσής μας.
Ο τίτλος του νομοσχεδίου που εξετάζουμε είναι: Ενίσχυση του εισοδήματος των μισθωτών, των νέων και της οικογένειας. Ένας τίτλος που περιγράφει περιεκτικά, αλλά θα έλεγα και κυριολεκτικά, το περιεχόμενό του. Κυρίως, όμως, σηματοδοτεί τη συνέπεια λόγων και έργων, ενσωματώνοντας στο πρώτο νομοσχέδιο του Υπουργείου Οικονομικών περίπου τις μισές από τις προεκλογικές μας δεσμεύσεις.
Αποδεικνύεται έτσι, ότι μένουμε πιστοί στα συνθήματα μας. Το λέμε και το κάνουμε. Και προχωράμε σταθερά και τολμηρά μπροστά, διαψεύδοντας όλους εκείνους που προεκλογικά αμφισβητούσαν την εγκυρότητα του προγράμματος μας.
Ο προϋπολογισμός των νέων μέτρων που θα ψηφίσουμε σήμερα φτάνει στο 1,1 δισ. ετησίως, στα 4,4 δισ. σε βάθος τετραετίας. Πλησιάζει, συνεπώς, το 50% του συνολικού μας πλάνου, ύψους 9,1 δισεκατομμυρίων. Και αυτό νομίζω ότι κλείνει οριστικά και κάθε συζήτηση γύρω από το ποιος διαθέτει τελικά κοστολογημένο σχέδιο δράσης.
Με το ίδιο νομοσχέδιο άλλωστε καθιερώνεται, επιτέλους θα έλεγα, και η δυνατότητα των κομμάτων να ποσοτικοποιούν τα προγράμματα τους από το ανεξάρτητο Δημοσιονομικό Συμβούλιο. Κάτι για το οποίο επίσης είχα δεσμευθεί, για να σταματήσει επιτέλους αυτός ο προεκλογικός πληθωρισμός παροχών, για να μην τσακωνόμαστε για το πόσο στοιχίζουν τα προγράμματα τα οποία παρουσιάζουμε στον ελληνικό λαό.
Για να διαχωριστεί, θα έλεγα, η ήρα των υποσχέσεων από το στάρι των μετρήσιμων αποτελεσμάτων και να θωρακιστεί επιτέλους το δικαίωμα των πολιτών να γνωρίζουν τι πρεσβεύει και πόσο αξιόπιστη είναι κάθε πολιτική δύναμη. Στις επόμενες εκλογές πιστεύω ότι όλα πια τα κόμματα θα αντιμετωπίσουν την κατάρτιση του προεκλογικού τους προγράμματος με πολύ μεγαλύτερη υπευθυνότητα από αυτό το οποίο είδαμε να συμβαίνει στις εκλογές του Μαΐου και του Ιουνίου.
Και αυτή την αλλαγή παραδείγματος υπηρετούν και οι νέες διατάξεις που, όπως είπα, αποτελούν μέρος του οδικού μας χάρτη. Με τρεις σαφείς κατευθύνσεις: ενίσχυση του εισοδήματος, αντιμετώπιση του κύματος της διεθνούς ακρίβειας και ιδιαίτερη στήριξη στους πιο ευάλωτους, στην οικογένεια, αλλά και στη νέα γενιά.
Αλλά και τρεις σαφείς προϋποθέσεις, αδιαπραγμάτευτες και για την κυβέρνηση και ειδικά για το οικονομικό επιτελείο, για μένα προσωπικά: η συνέχιση της ισχυρής ανάπτυξης ως απαραίτητη προϋπόθεση συλλογικής ευημερίας, η δημοσιονομική ισορροπία, την οποία αυτή η κυβέρνηση δεν πρόκειται ποτέ να θέσει σε αμφισβήτηση, αλλά και η σταδιακή αλλαγή του παραγωγικού μοντέλου της χώρας, στην κατεύθυνση που έχουμε υλοποιήσει τα τελευταία τέσσερα χρόνια.
Βήμα πρώτο και βασικό: η αύξηση των αμοιβών. Έχω κατ’ επανάληψη αναγνωρίσει -το κάναμε κατά κόρον και στη διάρκεια της προεκλογικής περιόδου- ότι οι μισθοί των σχεδόν 650.000 δημοσίων υπαλλήλων στη χώρα μας παραμένουν χαμηλοί, αλλά κυρίως παραμένουν καθηλωμένοι για 14 ολόκληρα χρόνια.
Αυτό τώρα αλλάζει, με τις αυξήσεις που έρχονται σε όλους. Είτε ανήκουν στα ειδικά μισθολόγια, με το βάρος να δίνεται στις μικρότερες αποδοχές, σε όσους έχουν οικογένεια, αλλά και σε όσους, όπως είχαμε δεσμευτεί, κατέχουν θέσεις ευθύνης, γιατί οι απαιτήσεις από αυτούς είναι, εξάλλου, μεγαλύτερες. Και σε όσους μας άσκησαν μία κριτική για αυτή μας την επιλογή, θέλω να θυμίσω ότι στο μισθολόγιο των δημοσίων υπαλλήλων η ψαλίδα μεταξύ του μισθού του νεοεισερχόμενου υπαλλήλου και του Γενικού Διευθυντή είναι από τις μικρότερες, αν όχι η μικρότερη στην Ευρώπη.
Από τη στιγμή που επιφορτίζουμε τους προϊσταμένους σε θέση ευθύνης -Τμηματάρχες, Διευθυντές και Γενικούς Διευθυντές- με περισσότερα καθήκοντα, έχουμε την υποχρέωση αυτούς τους δημόσιους υπαλλήλους να τους πληρώνουμε και καλύτερα και αυτό γίνεται με το νομοσχέδιο της κυβέρνησης.
Το ετήσιο καθαρό όφελος για κάθε εργαζόμενο στο δημόσιο, φτάνει στα 800 ευρώ καθαρά, ενώ με το νέο αφορολόγητο, την κατάργηση της εισφοράς αλληλεγγύης, των κρατήσεων του Ταμείου Πρόνοιας, το καθαρό όφελος είναι πολύ υψηλότερο, αγγίζει τα 1.500 ευρώ.
Με άλλα λόγια, οι νέες αυξήσεις σε συνδυασμό με τις παράλληλες φοροελαφρύνσεις προσφέρουν στο εξής σε κάθε δημόσιο υπάλληλο έναν επιπλέον μισθό το χρόνο.
Και για να είμαστε απολύτως σαφείς και να το ακούσουν και οι πολίτες οι οποίοι μας παρακολουθούν, ο ΣΥΡΙΖΑ και το ΠΑΣΟΚ, το ΠΑΣΟΚ και ο ΣΥΡΙΖΑ καταψηφίζουν τις πρώτες αυξήσεις που δίνονται σε δημόσιους υπαλλήλους εδώ και 14 χρόνια. Θα έρθω στη συνέχεια, στο κλείσιμο της ομιλίας μου, στη στάση της αντιπολίτευσης συνολικά.
Η επιλογή μας αυτή, όπως είπα, είναι μια αναγνώριση του έργου τους. Είναι μία αναγνώριση ότι σε ένα πληθωριστικό περιβάλλον δεν είναι δυνατόν οι μισθοί των δημοσίων υπαλλήλων να έμειναν παγωμένοι για τόσο μεγάλο χρόνο, αλλά ταυτόχρονα είναι και μία επιλογή με κοινωνικό πρόσημο. Καθώς, πέραν της οριζόντιας αύξησης που αφορά όλους τους δημοσίους υπαλλήλους, προχωράμε και σε μία αύξηση των επιδομάτων τέκνων, έτσι ώστε να στηρίξουμε περισσότερο τις οικογένειες με παιδιά κλιμακωτά και περισσότερο προφανώς τις οικογένειες των δημοσίων υπαλλήλων με περισσότερα παιδιά.
Το δεύτερο βήμα το οποίο νομοθετούμε σήμερα είναι τα μόνιμα μέτρα ενίσχυσης της οικογένειας, των ευάλωτων και των νέων. Μιλάω για την αύξηση του αφορολόγητου κατά 1.000 ευρώ για κάθε παιδί, για 1.340.000 συμπολίτες μας. Με την απαλλαγή 200.000 παλαιών δικαιούχων του ΕΚΑΣ -μόνιμα πια- από κάθε συμμετοχή στη φαρμακευτική δαπάνη.
Για τις αναδρομικές αυξήσεις 7,75% σε 10.000 συνταξιούχους ειδικών κατηγοριών. Και, βέβαια, για την ετήσια καταβολή 150 ευρώ του «Youth Pass» σε νέους 18 και 19 ετών -φέτος το ποσό θα εκταμιευθεί το Σεπτέμβριο-, για πρώτη φορά ένα μόνιμο μέτρο, διευκολύνοντας 200.000 νέους να ταξιδέψουν, να διαβάσουν, να δουν παραστάσεις, να παρακολουθήσουν μία συναυλία.
Και όσοι μιλούν εύκολα για φιλοδώρημα, ας ρωτήσουν τα νέα παιδιά που το παίρνουν αν αυτό το έκτακτο βοήθημα, μάλλον το μόνιμο βοήθημα, τους είναι χρήσιμο ή όχι. Γιατί πρόκειται για την ίδια γενιά η οποία βλέπει κι άλλες πρωτοβουλίες που τους αφορούν.
Για παράδειγμα, ο διπλασιασμός της χρηματοδότησης του Προγράμματος «Σπίτι Μου», το οποίο επίσης κάποιοι φρόντισαν να υποτιμήσουν, ήδη όμως αυτό φαίνεται να εξαντλείται. Έχουν εγκριθεί παραπάνω από 20.000 αιτήσεις, έχουν ήδη καταβληθεί σχεδόν 5.000 δάνεια για ισάριθμες κατοικίες που αφορούν 8.000 νέους και ζευγάρια.
Ένα πολύ επιτυχημένο πρόγραμμα, το οποίο επιλέγουμε να διπλασιάσουμε ως προς τον προϋπολογισμό του και το οποίο δίνει τη δυνατότητα σε νέους, νέες οικογένειες, να αποκτήσουν ένα σπίτι καταβάλλοντας μια μηνιαία πληρωμή στις τράπεζες η οποία είναι πολύ χαμηλότερη από το μίσθωμα το οποίο θα κατέβαλαν σε περίπτωση που επέλεγαν να νοικιάσουν ένα αντίστοιχο σπίτι.
Τέλος, η δέσμη των μόνιμων ελαφρύνσεων ολοκληρώνεται με τη νέα έκπτωση κατά 10% στον ΕΝΦΙΑ για εκείνα τα ακίνητα τα οποία είναι ασφαλισμένα για φυσικές καταστροφές. Είναι μια ακόμα δέσμευσή μας η οποία γίνεται πραγματικότητα. Κυρίως, όμως, είναι μια πρόσθετη ενθάρρυνση να διευρύνουμε την ασπίδα της άμυνας της χώρας απέναντι στην κλιματική κρίση. Βλέπουμε και φέτος πόσο επικίνδυνα εκδικείται η φύση. Δεν είναι, λοιπόν, μόνο ένα μέτρο ελάφρυνσης για τα νοικοκυριά, αλλά είναι και ένα μέτρο για την ίδια την προστασία τους.
Τρίτο βήμα των νέων ρυθμίσεων: η συνέχιση των αναχωμάτων της Πολιτείας στα κύματα του διεθνούς πληθωρισμού και της διεθνούς εισαγόμενης ακρίβειας.
Την περασμένη διετία μπορέσαμε να αντιμετωπίσουμε την παγκόσμια ενεργειακή αναστάτωση και να ελέγξουμε αποτελεσματικά τις αυξήσεις στα τιμολόγια του ρεύματος. Όμως αν και συνολικά ο πληθωρισμός στη χώρα μας φαίνεται να υποχωρεί -να τονίσω ότι σήμερα έχουμε από τους χαμηλότερους πληθωρισμούς στην Ευρωπαϊκή Ένωση- ειδικά στα τρόφιμα έχουμε επίμονο πληθωρισμό.
Και όπως έχουμε ανακοινώσει, το κράτος θα συνεχίσει να καλύπτει σχεδόν το 10% των μηνιαίων αγορών. Έτσι, επεκτείνεται το «Market Pass», ενισχύοντας σχεδόν 3.000.000 οικογένειες με 22 έως 100 ευρώ κάθε μήνα. Ένα αφορολόγητο και ακατάσχετο βοήθημα το οποίο θα διαρκεί ως αντίμετρο στην άνοδο των τιμών όσο θα παραμένει η ακρίβεια στα τρόφιμα.
Και προσέξτε, το έχουμε πει πολλές φορές και το γνωρίζω καλά ότι δεν πρόκειται για μια μόνιμη λύση στο πρόβλημα. Είναι μια προσπάθεια περιορισμού των συνεπειών του, είναι ένα μέτρο ανακούφισης που αντισταθμίζει ένα μέρος των απωλειών από τον παγκόσμιο πληθωρισμό.
Αυτό δεν σημαίνει, βέβαια, ούτε ότι είναι αμελητέο, ούτε ότι είναι αναποτελεσματικό. Τη σημασία του μάλιστα αντιλαμβάνεται κανείς μόνο αν υπολογίσει πόσο μεγαλύτερο θα ήταν το βάρος των μηνιαίων εξόδων ενός νοικοκυριού χωρίς τη δική του συμβολή. Αυτός, εξάλλου, είναι και ένας από τους λόγους που το μέτρο του «Market Pass» υιοθετήθηκε και από πολλές άλλες ευρωπαϊκές κυβερνήσεις.
Και ασφαλώς στο μέτωπο κατά της ακρίβειας θα μετέχουν και οι έλεγχοι κατά της αισχροκέρδειας. Θυμίζω ότι τα όρια των περιθωρίων κέρδους παραμένουν σταθερά. Δεν λείπουν, ωστόσο, τα φαινόμενα εκμετάλλευσης του καταναλωτή. Γι’ αυτό και η εποπτεία της αγοράς είναι πρώτη προτεραιότητα για την κυβέρνηση αυτή. Και προ ολίγων ημερών μάλιστα, επιβλήθηκαν πρόστιμα ύψους 1.500.000 ευρώ μόνο σε τρεις αλυσίδες πώλησης ηλεκτρικών και ηλεκτρονικών ειδών που εμφάνιζαν παραπλανητικές εκπτώσεις. Η παρακολούθηση των τιμών θα συνεχιστεί σε όλα τα επίπεδα της αγοράς.
Κυρίες και κύριοι Βουλευτές, όπως διαπιστώνετε, στο πρώτο νομοσχέδιο για την οικονομία αποτυπώνονται οι βασικές κατευθύνσεις της πολιτικής μας. Οι νέες ρυθμίσεις αποκαθιστούν χρόνιες αδικίες. Το δηλώνει η αύξηση των μισθών των δημοσίων υπαλλήλων. Έχουν σαφή κοινωνικό προσανατολισμό, κλιμακώνοντας τις ενισχύσεις, με βάρος στους πιο αδύναμους, στους χαμηλόμισθους, στις οικογένειες και στη νεολαία.
Και τρίτον, συνδυάζουν μόνιμα μέτρα για το εισόδημα με στοχευμένες παρεμβάσεις που αφορούν έκτακτες συνθήκες. Και αυτή πιστεύω ότι είναι και η καλύτερη απάντηση στην όποια κριτική μάς ασκείται περί δήθεν επιδοματικής πολιτικής της κυβέρνησης.
Θέλω να το ξαναπώ: οι μειώσεις στους φόρους και οι αυξήσεις στα εισοδήματα είναι μόνιμα μέτρα. Ο πληθωρισμός κάποια στιγμή θα πέσει, αλλά οι μειώσεις στους φόρους και οι αυξήσεις στους μισθούς έχουν έρθει για να μείνουν.
Επιμέρους ενέργειες όπως το «Market Pass» αφορούν επίκαιρα προβλήματα, όπως η παγκόσμια ακρίβεια. Έχουν δηλαδή συγκεκριμένη διάρκεια και συγκεκριμένο σκοπό. Δεν είναι λοιπόν μόνο ψέμα, αλλά και λάθος, να συγχέονται διαφορετικές πολιτικές, οι οποίες ασκούνται σε διαφορετικά πεδία και για διαφορετικούς λόγους.
‘Αλλωστε, πέρα από τα έκτακτα μέτρα, τον πληθωρισμό -όπως έχω πει- πολεμούν τελικά μόνο οι μόνιμες αυξήσεις. Τα τελευταία χρόνια, για παράδειγμα, ο κατώτατος μισθός έχει αυξηθεί κατά 20% με τον πληθωρισμό κατά 15%. Το πραγματικό εισόδημα, δηλαδή, των πολιτών έχει στηριχθεί και αυτή η σύνθετη στήριξη του διαθέσιμου εισοδήματος βρίσκεται στην καρδιά της οικονομικής μας αντίληψης.
Στήριξη, ωστόσο, η οποία δεν θα εδράζεται, θα το ξαναπώ, σε φόρους ή σε ασύμφορο δανεισμό, αλλά στην ανάπτυξη, στην ποιοτική ανάπτυξη. Περισσότερες εξαγωγές, περισσότερη καινοτομία. Αυτή η ανάπτυξη αποτελεί τελικά τον πραγματικό παράγοντα ευημερίας.
Και βέβαια, στη μείωση της ανεργίας. Η ανεργία επί των ημερών μας μειώθηκε, από το 17,5%, κάτω από το 11% και αυτή είναι η πιο αποτελεσματική κοινωνική πολιτική στήριξης των αδυνάμων. Λέω, λοιπόν, επισημαίνοντας ότι στόχος μας παραμένει πάντα η μεγέθυνση του δημόσιου πλούτου, ώστε το μερίδιο σε αυτόν να αποκτούν όλοι και πριν από όλους οι πιο ευάλωτοι συμπολίτες μας.
Κάτι που προφανώς θα ευνοήσει και η ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας, τόσο με την είσοδο ξένων κεφαλαίων στην ελληνική αγορά, όσο και με τη μείωση του κόστους δανεισμού για το κράτος, τις επιχειρήσεις, τα νοικοκυριά, ώστε ο κύκλος της ανάπτυξης να είναι διαρκής και βιώσιμος.
«Η κυκλοφορία της εμπιστοσύνης είναι προτιμότερη ακόμα και από την κυκλοφορία του χρήματος», έγραφε ένας Αμερικανός Πρόεδρος, ο James Madison, στις αρχές του 19ου αιώνα. Αυτό ισχύει ακόμα περισσότερο σήμερα, αυτή την εμπιστοσύνη η Ελλάδα την έχει πλέον κατακτήσει.
Παρά τις δυσκολίες, παρά τα στέρεα θεμέλια τα οποία έχουμε βάλει, πάνω σε αυτά πρέπει να χτίσουμε. Καλούμαστε να ανεβάσουμε ακόμα πιο ψηλά το οικονομικό, το κοινωνικό οικοδόμημα της χώρας.
Θα έχουμε συμμάχους τους σημαντικούς ευρωπαϊκούς πόρους, το Ταμείο Ανάκαμψης, το νέο ΕΣΠΑ, μαζί με το πρόγραμμα των δημοσίων επενδύσεων. Αυτό είναι το πρώτο βήμα της πολιτικής μας την οποία θα εφαρμόσουμε.
Λυπάμαι που η αντιπολίτευση επέλεξε τελικά να μην στηρίξει αυτό το νομοσχέδιο. Όλοι τελικά κρινόμαστε όμως για τις επιλογές μας. Αυτή η κυβέρνηση παραμένει απολύτως συνεπής στις προεκλογικές της δεσμεύσεις και σήμερα γράφουμε το πρώτο κεφάλαιο μίας ακόμα επιτυχημένης οικονομικής πολιτικής με ορίζοντα τετραετίας, με ή χωρίς την αντιπολίτευση.
Όλοι τελικά κρίνονται για τις επιλογές τους».