Με βαριά καρδιά και πνεύμα κατάνυξης, η Ιερά Μητρόπολη Κορέας προσεύχεται για την ανάπαυση των ψυχών των 179 θυμάτων της χειρότερης αεροπορικής τραγωδίας που έχει σημειωθεί ποτέ στη Νότια Κορέα. Η Κυβέρνηση της χώρας έχει κηρύξει επταήμερο εθνικό πένθος, το οποίο θα διαρκέσει μέχρι τις 4 Ιανουαρίου, σε ένδειξη τιμής προς τους αδικοχαμένους και συμπαράστασης στις οικογένειές τους.
Η προσευχή που εκφωνήθηκε από την Ιερά Μητρόπολη Κορέας είναι γεμάτη από βαθιά θλίψη και ελπίδα για τη θεία παρηγορία:
«Θεέ και Κύριε του ελέους,
Κλίνουμε γόνυ καρδίας και σώματος και σε παρακαλούμε και σε ικετεύομεν υπέρ αναπαύσεως των ψυχών των 179 κεκοιμημένων δούλων σου της πρόσφατης αεροπορικής τραγωδίας που συνέβη στη χώρα μας και την βύθισε σε μεγάλο πένθος.
Έτι δεόμεθα και υπέρ θείας παρηγορίας και ενισχύσεως των συγγενών, των φίλων και των γνωστών των κεκοιμημένων δια να μπορέσουν να σηκώσουν τον σταυρό τού μεγάλου πόνου και της θλίψης που γέμισε την καρδιά τους ο απροσδόκητος και τόσο οδυνηρός θάνατός τους.
Κύριε, Ιησού Χριστέ, σε παρακαλούμε ανακούφισε και γλύκανε τις πονεμένες ψυχές από την πίκρα του θανάτου όλων όσων υποφέρουν γιατί δεν θα ξαναδούν τους αγαπημένους τους, διότι Εσύ είσαι ο μόνος παρηγορητής και γλυκασμός μας και σε Σένα έχουμε την βέβαιη ελπίδα και την ακλόνητη εμπιστοσύνη, νυν και αεί και εις τους αιώνας των αιώνων. Αμήν.»
Η Ιερά Μητρόπολη Κορέας καλεί όλους τους πιστούς να ενώσουν τις προσευχές τους για την ανάπαυση των ψυχών των θυμάτων και για την παρηγοριά των πενθούντων, αναδεικνύοντας τη δύναμη της πίστης και της ελπίδας στις πιο σκοτεινές στιγμές.
Το χρονικό του δυστυχήματος
Είναι το χειρότερο αεροπορικό δυστύχημα που έχει σημειωθεί ποτέ στη Νότια Κορέα, 179 άνθρωποι σκοτώθηκαν όταν το αεροσκάφος της Jeju Air προσγειώθηκε με την κοιλιά, ξέφυγε από τον διάδρομο και κατέληξε σε έναν τοίχο, στο διεθνές αεροδρόμιο της Μουάν. Η πτήση 7C2216 είχε αναχωρήσει από την Μπανγκόκ, μεταφέροντας 175 επιβάτες και εξαμελές πλήρωμα. Μόνο δύο άνθρωποι, δύο μέλη του πληρώματος, επέζησαν.
Οι αρχές ανακοίνωσαν τα ονόματα ορισμένων από τα θύματα, προκαλώντας έκρηξη οργής και θλίψης μεταξύ των συγγενών τους που είχαν συγκεντρωθεί στο αεροδρόμιο. Κάποιοι ούρλιαζαν, έκλαιγαν ή κατέρρευσαν στο πάτωμα της αίθουσας αφίξεων, όπου περίμεναν την επιστροφή των δικών τους ανθρώπων.
Οι ερευνητές συνέλεξαν δείγματα DNA από τους συγγενείς για να αναγνωρίσουν τους νεκρούς.
Η κόρη του Τζέον επέστρεφε στο σπίτι της, αφού πέρασε τις διακοπές των Χριστουγέννων με φίλους στην Μπανγκόκ. Αφήνει πίσω της το σύζυγο και την έφηβη κόρη της.
«Το νερό κοντά στο αεροδρόμιο δεν είναι βαθύ. Υπάρχουν και αγροί, με πιο μαλακό έδαφος από τον τσιμεντένιο διάδρομο. Γιατί δεν μπορούσε να προσγειωθεί εκεί;» διερωτήθηκε ο Τζέον.
Σύμφωνα με την πυροσβεστική, από την πρόσκρουση το αεροσκάφος «καταστράφηκε σχεδόν ολοσχερώς».
«Λόγω της διπλής πρόσκρουσης και της έκρηξης, οι περισσότεροι από τους επιβάτες εκτινάχθηκαν εκτός του αεροσκάφους. Δύο τυχερά μέλη του πληρώματος επιβίωσαν, στην ουρά» είπε ο Γέομ Ντονγκ-μπου, ένας πυροσβέστης που συμμετείχε στην επιχείρηση κατάσβεσης. «Παλιά δούλευα σε ασθενοφόρα και έχω δει φρικτά πράγματα, όπως τροχαία δυστυχήματα, αλλά όχι σε τέτοια κλίμακα», σχολίασε.
Η Μι-σόοκ αναγνωρίστηκε από τα δακτυλικά αποτυπώματά της και η οικογένειά της αναζητά τώρα ένα γραφείο τελετών κοντά στη γενέτειρά της, το Γκουανγκτζού, για να μεταφέρει εκεί τη σορό της.
«Είχε σχεδόν επιστρέψει, για αυτό δεν χρειαζόταν να τηλεφωνήσει στην οικογένεια (για να αφήσει κάποιο τελευταίο μήνυμα). Νόμιζε ότι γύριζε στο σπίτι» είπε ο Τζέον.