Ο Οικουμενικός Πατριάρχης κ. Βαρθολομαίος, μαζί με την τιμία συνοδεία του, επέστρεψαν αργά το βράδυ της Κυριακής, 3 Νοεμβρίου, από την Βασιλεία της Ελβετίας, όπου το πρωί της ίδιας ημέρας χοροστάτησε κατά τη Θεία Λειτουργία στον εκεί Ναό της του Θεού Σοφίας, για την επέτειο των 20 ετών από τα εγκαίνιά του.
Σημειώνεται ότι την θεμελίωση, αλλά και τα εγκαίνια του Ναού είχε τελέσει ο Πατριάρχης.
Στην ομιλία του, ο Πατριάρχης, είπε, μεταξύ άλλων, τα εξής:
“Η πηγαία και γνησία αγάπη της αειμνήστου μεγάλης ευεργέτιδος της Ιεράς Μητροπόλεως Ελβετίας και της Ορθοδόξου Κοινότητος της Βασιλείας, Σουμέλας Τερζάνη, διαπρεπούς ιατρού και γνησίου τέκνου της ποτνίας Μητρός Εκκλησίας, υπήρξεν ο καθοριστικός λόγος της αφιερώσεως του Ιερού τούτου Ναού εις την Σοφίαν του Θεού, τον Κύριον ημών Ιησούν Χριστόν, κατά το πρότυπον της Μεγάλης Εκκλησίας, της Αγιάς Σοφιάς, «της μάνας απάνω σ᾽ όλες τις εκκλησιές», σύμφωνα με τον Φώτη Κόντογλου τον Κυδωνιέα, η οποία μέχρι σήμερον θαυμάζεται και ελκύει την προσοχήν και τον θαυμασμόν του σύμπαντος κόσμου.
Παρά τας πολλάς των αιώνων μεταβολάς παραμένει αιώνιον μνημείον της δόξης του Θεού, το οποίον μας ανάγει, από τα επίγεια, τα υλικά και τα φθαρτά και το πρόσκαιρον κάλλος του κτίσματος, εις το αιώνιον κάλλος της ευπρεπείας της ακτίστου αιωνίου Βασιλείας, της οποίας τα τείχη «εν ταίς αχράντοις χερσί του αοράτου Θεού εζωγράφηνται».
Εις την αείμνηστον Σουμέλαν οφείλεται τιμή, ευχαριστία και έπαινος, διότι, με τον ένθεον ζήλον, την παρότρυνσιν και την επιμονήν του τότε Θεοφιλεστάτου Λαμψάκου Μακαρίου, βοηθού Επισκόπου της Ιεράς Μητροπόλεως Ελβετίας, νυν δε Ιερωτάτου Μητροπολίτου Ανέων, θυσιαστικώς και αθορύβως εμερίμνησε προσωπικώς υπέρ των στερουμένων εκκλησιαστικής στέγης Ορθοδόξων πιστών της πόλεως ταύτης και των περιχώρων αυτής, προκειμένου να αποκτήσουν τον ιδικόν των ναόν.
Ωσαύτως, δεν είναι δυνατόν να λησμονηθή η προσφορά και η συμβολή του ζεύγους των αειμνήστων Αχιλλέως και Ελισάβετ Κομινού, το γένος Παπαστράτου, εξ Ελλάδος, τους οποίους η μακαριστή Σουμέλα επεστράτευσε διά την εκτέλεσιν του ιερού και ευγενούς τούτου έργου.
Αι ευγενείς και φιλόθεοι αυτές ψυχές ευρίσκονται σήμερον εις την θριαμβεύουσαν Εκκλησίαν, μεταστάσαι από των λυπηροτέρων προς τα θυμηδέστερα προ ολίγων ετών. Και οι τρεις κατέλειπον χρηστόν υπόδειγμά ζωής και μαρτυρίας, στολήν ιερωτέραν εν χάριτι. Τους τιμώμεν, τους μνημονεύομεν και δεόμεθα υπέρ αναπαύσεως των ψυχών αυτών εν χώρα παραδείσου μετά των μακάρων.”
Την παραμονή, το βράδυ, ο Πατριάρχης ευλόγησε το επίσημο δείπνο που παρέθεσε προς τιμήν του η Ενορία, με την ευκαιρία της 33ης επετείου, την ημέρα εκείνη, από την ενθρόνιση του.