Του Μητροπολίτου Νέας Ιωνίας κ. Γαβριήλ
Αναμφίβολα, η περιοχή της Μέσης Ανατολής αποτελεί ιστορικά και πολιτισμικά την κοιτίδα της δημιουργίας των τριών μεγάλων μονοθεϊστικών θρησκειών: του Χριστιανισμού, του Ιουδαϊσμού και του Ισλάμ. Η συνύπαρξή τους βασιζόταν πάντοτε στον αμοιβαίο σεβασμό και στην προώθηση κοινών σημείων επαφής, με επίκεντρο τον σεβασμό και την αξία της ανθρώπινης ζωής.
Σήμερα όμως, η ιστορική αυτή αρμονία έχει δώσει τη θέση της στη βία, στον πόλεμο και στην απαξία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, με τη θρησκευτική ελευθερία να πλήττε ανεπανόρθωτα. Διερωτάται λοιπόν κανείς, πώς είναι δυνατόν οι δημοκρατικές κοινωνίες της Δύσης, που διακηρύσσουν περίτρανα ότι υπερασπίζονται τη Δημοκρατία, να παραμένουν σήμερα αδιάφορες και να σιωπούν απέναντι στους απηνείς διωγμούς των θρησκευτικών μειονοτήτων στη Σύρια και στις άλλες περιοχές της Μέσης Ανατολής.
Αθώοι άνθρωποι θυσιάζονται στον βωμό των γεωπολιτικών συμφερόντων. Μικρά παιδιά, γυναίκες και άμαχοι συνάνθρωποί μας γίνονται καθημερινά οι νέοι μάρτυρες της εποχής μας. Ως ορθόδοξος επίσκοπος, αισθάνομαι βαθύτατο χρέος να μη σιωπήσω, αλλά και να μη σιωπήσουμε όλοι μας μπροστά σε κάθε διωγμό που πλήττει τη Μέση Ανατολή. Διότι δεν πρόκειται απλώς για κύματα προσφυγιάς, αλλά για τον πλήρη αφανισμό ολόκληρων θρησκευτικών μειονοτήτων, που αποτελούν αναπόσπαστο μέρος της ταυτότητας και του πολιτιστικού πλούτου της πολυτάραχης αυτής γωνίας του κόσμου μας.
Καθημερινά γινόμαστε κοινωνοί αυτής της φρικαλεότητας. Βλέπουμε τα παλαίφατα χριστιανικά Πατριαρχεία να απειλούνται και κυρίως να σβήνει η ελπίδα στους νέους ανθρώπους. Το Ελληνορθόδοξο Πατριαρχείο της Αντιοχείας, το Πατριαρχείο των Σύρο-Ιακωβιτών, οι Μαρωνίτης Χριστιανοί, οι Ελληνόρρυθμοι Καθολικοί (Ουνίτες), οι Αρμένιοι Χριστιανοί, αλλά και οι μουσουλμανικές μειονότητες (Αλεβίτες) χρειάζονται την προστασία μας. Δεν μπορεί να υπάρξει Μέση Ανατολή χωρίς την παρουσία των Χριστιανών!
Οι ευρωπαϊκοί θεσμοί και οι διεθνείς οργανισμοί οφείλουν να δράσουν άμεσα. Η αδράνεια δεν αποτελεί πλέον επιλογή. Το νέο ισλαμικό καθεστώς, που εγκαθιδρύθηκε στη Σύρια μετά την ανατροπή του Άσαντ, έχει επιβάλει ένα κλίμα καταπίεσης και θρησκευτικού φανατισμού, το οποίο και πυροδοτεί συνεχείς εχθροπραξίες και διωγμούς. Οι χριστιανικές κοινότητες, που επιβίωσαν επί αιώνες σε αυτές τις περιοχές, βρίσκονται σήμερα στο χείλος της εξαφάνισης.
Αποτελεί λοιπόν επιτακτικό χρέος της διεθνούς κοινότητας να αποτρέψει αυτή την καταστροφή, να καταδικάσει απερίφραστα κάθε μορφή θρησκευτικού διωγμού και να εργαστεί έμπρακτα για την αποκατάσταση της ειρηνικής συνύπαρξης και του αλληλοσεβασμού μεταξύ όλων των θρησκευτικών παραδόσεων στη δοκιμαζόμενη Σύρια.
Βεβαίως, κάθε τρομοκρατική πράξη είναι καταδικαστέα, ανεξάρτητα από την προέλευσή της. Γενικότερα η βία, σε οποιαδήποτε μορφή της, δεν μπορεί ποτέ να θεωρείται ή να αποτελεί λύση για κανένα πρόβλημα ή πρόκληση. Την ίδια στιγμή όμως, το δικαίωμα στη ζωή και στη θρησκευτική ελευθερία συνιστά θεμελιώδη αρχή τόσο στη Βιβλική παράδοση, όσο και στο Κοράνι, αν και οι δύο παραδόσεις διαφέρουν στις αξίες που πρεσβεύουν. Ως εκ τούτου, η προστασία και η προάσπισή τους αποτελούν επιτακτική και επιβεβλημένη ανάγκη.
Οι τελευταίοι διωγμοί των Χριστιανών στη Σύρια αποδεικνύουν περίτρανα τον φόβο και την ανασφάλεια που βιώνουν καθημερινά οι ίδιοι. Δεν έχουν τη δυνατότητα να μιλήσουν ή περισσότερο να διαμαρτυρηθούν. Πρέπει να γίνουμε εμείς το στόμα και η φωνή τους. Και αν πραγματικά πιστεύουμε στη διδασκαλία της Εκκλησίας και στις εντολές του Κυρίου μας, να μη λησμονούμε τα δικά Του λόγια: «Ει έμε εδίωξαν και υμάς διώξουσιν» (Ιω. 15,20) και «Μακάριοι οι ειρηνοποιοί ότι αυτοί υιοί Θεού κληθήσονται» (Ματθ. 5,9).
*Το άρθρο δημοσιεύθηκε αρχικά στην εφημερίδα «Καθημερινή»