του π. Ηλία Μάκου
Ο ιστορικός ναός της Αγίας Παρασκευής Πρεμετής, που είχε υποστεί μεγάλη ζημιά, τόσο από τη φθορά του χρόνου, όσο και από την εγκατάλειψη κατά τη διάρκεια του αθεϊστικού διωγμού στην Αλβανία, αποκαθίσταται.
Ξεκίνησαν οι εργασίες υλοποίησης της στέγης από το Ινστιτούτο Πολιτιστικής Κληρονομιάς Αλβανίας, με την υποστήριξη των υπουργείων Οικονομίας, Πολιτισμού και Καινοτομίας.
Η Ορθόδοξη Εκκλησία της Αλβανίας στη συνεργασία με τους κρατικούς φορείς για την αναστήλωση των Ορθόδοξων μνημείων αποδίδει ιδιαίτερη προσοχή, ώστε να ακολουθούνται αυστηρές προϋποθέσεις τόσο στο σχεδιασμό όσο και στην υλοποίηση των έργων και να πληρούνται αυστηρά οι νόμιμες και προβλεπόμενες διαδικασίες.
Το ναό είχε ανακαινίσει εσωτερικά, παλαιότερα, ο Αρχιεπίσκοπος Αλβανίας Αναστάσιος, ο οποίος στον τομέα αναστήλωσης, αλλά και οικοδόμησης εκ θεμελίων εκκλησιών, έδειξε και δείχνει μεγάλο βάρος.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα, που βρίσκεται σε εξέλιξη, είναι ο ναός του αγίου Προκοπίου στα Τίρανα, που είχε μετατραπεί σε εστιατόριο και τώρα ανεγείρεται εκ νέου.
Ο Μακαριώτατος κατόρθωσε και αναστήλωσε και συντήρησε θρησκευτικά μνημεία στην Αλβανία, που είχαν μετατραπεί από το κομμουνιστικό καθεστώς σε εστιατόρια, αποθήκες, γυμναστήρια κ.λπ., ή είχαν ρημάξει από την εγκατάλειψη, διαθέτοντας μέχρι τώρα πάνω από 10 εκ. ευρώ, και συνεχίζει τις προσπάθειες με τον κόσμο, εντός και εκτός Αλβανίας, να βοηθάει.
Πολλά από αυτά, όμως, δεν έχουν αποδοθεί στην Ορθόδοξη Εκκλησία της Αλβανίας, κάτι, που αποτελεί πρόβλημα και πρέπει να προχωρήσει, μετά από τρεις και πλέον δεκαετίες η τακτοποίηση αυτού του αιτήματος, και έτσι συντηρούνται από το Ινστιτούτο Πολιτιστικής Κληρονομιάς του υπουργείου Πολιτισμού της Αλβανίας.
Από το 1991 έως και σήμερα αποκαταστάθηκαν πλήρως 70 περίπου ναοί και μοναστήρια, σύμφωνα με τις προδιαγραφές της παράδοσης και της μορφής και του χαρακτήρα των εκκλησιαστικών μνημείων, όχι πάντοτε κάτω από εύκολες συνθήκες.
Και δαπανήθηκαν για το σκοπό αυτό πάνω από 10 εκ. ευρώ, έτσι ώστε να ξαναζωντανέψουν Ορθόδοξα μνημεία, αλλά και να ξαναποκτήσουν τον αρχικό τους λειτουργικό χαρακτήρα εκκλησίες, που είχαν μετατραπεί σε κινηματογράφους, πολιτιστικές αίθουσες, γυμναστήρια, αποθήκες.
Παρά την έλλειψη χρημάτων στο ξεκίνημα, άνθρωποι και φορείς ανά την υφήλιο, διαπιστώνοντας το δημιουργικό και αναγεννητικό έργο του κ. Αναστασίου, άρχισαν, με πολύ εμπιστοσύνη στο πρόσωπό του, να ενισχύουν τις εργασίες.
Έτσι αποκαταστάθηκαν ιστορικά μοναστήρια και παλαιές εκκλησίες, όπως η Μονή της Αδρενίτσας, η Μονή Αγίου Κοσμά στο Κολικόντασι, η Μονή Κοίμησης της Θεοτόκου στο Ζβερνέτσι της Αυλώνας, η Μονή του Αγίου Δημητρίου στο Κηπαρό, η Μονή του Αγίου Νικολάου στη Νίβα Αργυροκάστρου, η εκκλησία των Αγίων Πάντων στη Χειμμάρα, η εκκλησία της Αγίας Παρασκευής στην Καβάγια, η εκκλησία της Παναγίας στο Βραχο-Γκοραντζί Αργυροκάστρου, η εκκλησία του Αγίου Γεωργίου στην Τσούκα των Αγίων Σαράντα, η εκκλησία της Παναγίας στους Ζερβάτες Αργυροκάστρου, η εκκλησία της Μονής του Αγίου Ιωάννου του Βλαδίμηρου στο Ελμπασάν, κ.λπ.
Δημιουργήθηκε τεχνική υπηρεσία, που συνεργάστηκε με ειδικούς, κάποιοι από τους οποίους καλούνταν και από το εξωτερικό, ώστε να τηρούνται οι όροι ορθών και ολοκληρωμένων παρεμβάσεων.
Δηλαδή να συντηρούνται οι τοιχογραφίες κατά τρόπο κατάλληλο, τα υλικά, που χρησιμοποιούνται να ταιριάζουν στην τεχνική του κτίσματος και γενικά τα κριτήρια αποκατάστασης να ταυτίζονται με την αρχιτεκτονική των ναών και τη βυζαντινή τέχνη.
Η εμπειρία, που αποκτήθηκε στην αποκατάσταση Ορθόδοξων μνημείων, σε συνδυασμό με το σύγχρονο τεχνικό εξοπλισμό, αξιοποιήθηκε το 2001 από τον Αρχιεπίσκοπο Αναστάσιο, με τη δημιουργία ενός Οργανισμού Πολιτιστικής Κληρονομιάς της Ορθόδοξης Εκκλησίας, που ασχολείται αποκλειστικά με την ανακαίνιση των μνημείων, καθώς και με τις αγιογραφίες και τα αντικείμενα λατρείας των ναών. Καλύπτει, δηλαδή, όλο το φάσμα της αποκατάστασης.
Ταυτόχρονα δημιουργήθηκε ψηφιακό αρχείο, που περιλαμβάνει εκθέσεις πριν και μετά τις εργασίες, φωτογραφίες με την κατάσταση των κτισμάτων πριν και μετά την αποκατάσταση, και το οποίο εμπλουτίζεται συνεχώς.
Τα μνημεία αυτά είναι μια κινητήρια δύναμη, που σπρώχνουν αδιάκοπα τον άνθρωπο μακριά από την τελματική ακινησία.
Μέσα στο διάβα του χρόνου τον σπιρουνιάζουν και τον αναγκάζουν να προχωρά πάντα προς τα εμπρός και προς τα πάνω.
Γεμάτοι θεία χάρη και θεία δύναμη είναι οι ναοί και οι μονές και στις ανοιχτές καρδιές μεταδίδουν αυτή τη χάρη και αυτή τη δύναμη.
Έτσι ώστε ό,τι αισθάνεται κανείς μέσα σ’ αυτούς τους χώρους να μεταφράζεται σε μια φράση. Και η φράση αυτή δεν είναι ούτε σημερινή, ούτε ανθρώπινη συνταγή και συμβουλή.
Είναι πολύ παλιά και ανήκει στον Απόστολο Παύλο: Η ζωή με πίστη και ευσέβεια είναι πηγή μεγάλου πλουτισμού. Ας βάλουμε σε εφαρμογή την αλήθεια αυτή και δεν θα μετανοήσουμε ποτέ.
Η πίστη είναι η μία και μοναδική κοιλάδα, που στην αγκαλιά της διαδραματίζεται η ανθρώπινη ιστορία. Είναι η πρόσβαση, που ανοίγει μπροστά μας τις μυστικές πτυχές της ανθρώπινης ζωής μας και μας αποκαλύπτει την αληθινή διάσταση των προβλημάτων μας.